Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

Primavera Sound 10, Barcelona - 3st DAY (FLORENCE & THE MACHINE, PET SHOP BOYS, ORBITAL, GRIZZLY BEAR, ANTLERS, etc)

15/06/2010

Την 3η μέρα του φεστιβάλ, η οποία μάλιστα ήταν και άψογη καιρικά, με τον ήλιο να ζεσταίνει τόσο ώστε να μην αγκομαχάς από τις υψηλές θερμοκρασίες, ξεκινήσαμε με διάθεση να παρακολουθήσουμε τους αμερικανούς Real Estate. Η σκηνή του “Pitchfork” τους φιλοξενούσε στις 18:00, αλλά την ώρα που ξεκινούσε το “Beach Comber” από το πολύ καλό περσυνό τους ντεμπούτο, αποφασίσαμε να κάνουμε μια τελευταία βόλτα στα περίπτερα ώστε να ικανοποιήσουμε λίγο τις καταναλωτικές μας ορέξεις. Δύσκολα ν’ αντισταθείς σε κάποια T-Shirt, cd, αλλά και βινύλια. Άλλωστε, υπήρχε η εναλλακτική να παρακολουθήσουμε ζωντανά τους Real Estate και την επομένη του φεστιβάλ, καθότι θα εμφανιζόταν σ’ ένα από τα υπέροχα πάρκα της Βαρκελώνης, στα πλαίσια των παράλληλων εκδηλώσεων του Primavera.

Πρώτη λοιπόν στάση στις 19:15, επίσης στη σκηνή του “Pitchfork”, για να παρακολουθήσουμε τους (ή τον αν προτιμάτε) Atlas Sound. Με το περσυνό δισκάκι στην Kranky να στέκει ανάμεσα στις καλύτερες κυκλοφορίες του 2009, και εξαιρετικές προσδοκίες για να τον δούμε ζωντανά, αντικρίζουμε στη σκηνή μια ψιλόλιγνη φιγούρα, με μια κιθάρα στα χέρια, μια φυσαρμόνικα κρεμάμενη μπροστά από το στόμα του και μια σειρά από σύγχρονα μουσικά «παιχνιδάκια» μπροστά στα πόδια του. Ο Bradford Fox (βλέπε και Deerhunter ) ξεκινά το σετ του θυμίζοντας τροβαδούρους μακρινών εποχών, αλλά οι συχνές παρεμβολές και λούπες που κατά καιρούς αφήνει να εισβάλουν στα τραγούδια του, μας επαναφέρουν στο παρόν (ευτυχώς). Φιλικός και χαμογελαστός, με τη φωνή να κυλάει άψογα, παρουσιάζει μια σειρά τραγουδιών από το περσυνό του “Logos”, του οποίου όμως η ατμόσφαιρα δεν αποτυπώνετε εξίσου ζωντανά επί σκηνής. Η ψυχεδελική pop και υπνωτική στιγμές folk του απούσα από τη σκηνή, όπου είναι περισσότερο λιτός και απογυμνωμένος. Πάρα ταύτα, ιδιαίτερος και πραγματικά ξεχωριστός, έστω κι έτσι αρέσει, αν και προσωπικά θα τον προτιμούσα παρέα με 2-3 συνοδοιπόρους επί σκηνής, ώστε να δοθεί περισσότερο βάθος στις εξαιρετικές του ούτως ή άλλως συνθέσεις.

Λίγο μετά τις 20:00 και ώρα για την πρώτη δροσερή San miguel στο γρασίδι δεξιά της “Ray-Ban”, όπου εδώ και μερικά λεπτά παίζουν οι Nana Grizol από την Αθήνα (της Τζόρτζια). Ακούγονται συμπαθείς, παίρνουμε μια μικρή γεύση από την κιθαριστική τους ποπ, αλλά καθότι στο «επίσημο» fan club της Florence, παίρνουμε το δρόμο για τη μεγάλη σκηνή της “San Miguel” όπου στις 20:50 εμφανίζεται με τους Machine.

Σχετικά νωρίτερα, βρισκόμαστε σχεδόν στα κάγκελα προ της σκηνής, με τον κόσμο να γεμίζει ταχύτατα το χώρο γύρω μας. Μικρές αγγλιδούλες με βραχιόλια, φορέματα αλά Florence, και γενικότερα μεγάλο fan club προερχόμενο εξ Αγγλίας (η χαρακτηριστική brit προφορά γυροφέρνει διαρκώς δίπλα μας), ανυπομονησία για τους Florence And The Machine, ενός εκ των πιο πολυακουσμένων group των τελευταίων μηνών. Με την πολυμελή μπάντα να παίρνει θέση επί της όμορφα διακοσμημένα σκηνής, η Florence κάνει είσοδο ξυπόλυτη και με πολύ αργό βηματισμό. Ξεσηκωμός, κι έναρξη ενός live, που δείχνει απ’ την αρχή ότι ξεκινά με καλές προϋποθέσεις. Με τη Florence αέρινη, απίστευτα εκφραστική αλλά και θεατρική, τη μπάντα καλοστημένη και όσο χρειάζεται «καλοκουρδισμένη», η νεαρή Αγγλίδα προσφέρει ένα πακέτο τραγουδιών από το ντεμπούτο της, το οποίο κουβαλάει αν μη τι άλλο αρκετά γνωστά και ταυτόχρονα καλά κομμάτια. Εύθυμη, ομιλητική ανάμεσα στα τραγούδια (καθώς και αρκετά νηφάλια, σε αντίθεση με το περσινό δικό μας Synch για παράδειγμα), νομίζω ότι δικαίως τυγχάνει της αποδοχής και φήμης που απολαμβάνει, καθότι διαθέτει και φοβερή σκηνική παρουσία, αλλά και μια φωνή που δε κωλώνει πουθενά.

Μετά τους Florence And The Machine, υπάρχει ένα ακόμη μεγάλο δίλλημα, για το πια μπάντα θα βρεθεί στο διάβα μας. Τελικώς, στο 90’, και με γοργό βάδην, η κατεύθυνση δείχνει σκηνή “Pitchfork” και The Antlers. Οι Grizzly Bear εμφανίζονται σχεδόν ταυτόχρονα στην “Ray-Ban”, ωστόσο, ακούγοντας τελευταία φορά το άλμπουμ των νεότερων Νεοϋορκέζων, στο αεροπλάνο, καθ’ οδών Βαρκελώνης, ήταν δύσκολο να μη παρευρεθώ στη ζωντανή αποτύπωση του “Hospice” (κατά κύριο λόγω). Και νομίζω ότι το τρίο από το Brooklyn μας αποζημίωσε απόλυτα. Βαθύτατα συναισθηματικοί, είναι στιγμές που φαντάζει αδύνατο να μη χαθείς στο σκοτάδι, την απόγνωση και τον πόνο που εκπέμπουν οι εκτελέσεις των τραγουδιών τους. Ένα outsider (?) με goal από τ’ αποδυτήρια.

Μετά τους Antlers είναι αλήθεια ότι χρειάζεται ένα μικρό διάλειμμα για να καθαρίσει το μυαλό, αλλά οι Grizzly Bear παίζουνε ακόμη παραδίπλα, οπότε 3-4 κομμάτια αν ενθυμούμαι καλά πρέπει να τα πρόλαβα. Δεμένοι, με ήχο που αμερικανίζει αλλά δε ξινίζει, ακούγονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πάρα πολύς κόσμος (σίγουρα επωφελούμενοι απ’ το γεγονός ότι η άλλη μεγάλη σκηνή δεν έχει ακόμη κάποιο live), και με τ’ αστέρια να λαμπυρίζουν πλέον πάνω απ’ τα κεφάλια μας, οι Grizzly Bear ακούγονται λιγότερο ψυχεδελικοί και folk απ’ ότι τους περίμενα. Ίσως να ‘ναι και το πακέτο των τραγουδιών που πετυχαίνω, που είναι… ας πούμε περισσότερο rock. Ωστόσο, ένας ακόμη συνονόματος (έχω την αίσθηση ότι το «Άρης», πιθανώς να ‘ταν το πιο πολυφορεμένο ελληνικό όνομα του φετινού Primavera) μου μεταφέρει ότι το live καθ’ όλη τη διάρκειά του είναι αρκετά καλό.

Την ίδια ώρα, ένας ακόμη εκ των Ελλήνων νοματαίων, σκέφτεται να ξαναδεί τους Antlers, οι οποίοι παίζουν και στις 23:30, unplugged, στη μικρή σκηνή της “Ray-Ban”. Για όσους παραξενεύονται όσον αφορά το πλήθος των σκηνών, να δώσω μια εικόνα της “ Ray-Ban Unplugged ”, η οποία ουσιαστικά αποτελεί μια μικρή κλειστή σκηνούλα, που φιλοξενεί για λίγη ώρα (20 - 30 λεπτά) ονόματα λιγότερο ή και περισσότερο γνωστά. Τα 40 – 50 άτομα που μπορεί να φιλοξενήσει η τέντα, είναι αυτά που αποτελούν – φαντάζομαι - και τους άρρωστους fan, οι οποίοι και χώνονται από νωρίς, για να δουν unplugged τους αγαπημένους τους καλλιτέχνες. Επίσης, δεν έχει γίνει καμιά αναφορά ως τώρα, και σε μια ακόμη σκηνή του φεστιβάλ, η οποία φιλοξενεί μπάντες κατά κύριο λόγω από την Ισπανία, και δυστυχώς δεν πρόλαβα να επισκεφτώ ποτέ λόγω πίεσης χρόνου. Η “Adidas Originals”, η οποία βρίσκεται παραλιακά, πίσω από την “ATP”, είναι μια από τις επτά – παρακαλώ – μεγάλες σκηνές του Primavera.

Μια άλλη μεγάλη μπάντα που εμφανίζεται το Σάββατο στη “San Miguel”, είναι και αυτή των Charlatans. Μεγάλη βέβαια εν έτη 2010 δε ξέρω κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί, αλλά σίγουρα ένα από αυτά τα ονόματα βαρύνουσας σημασίας και εμπορικότητας. Ωστόσο, ένα άλλο που δε μπορώ να καταλάβω επακριβώς (ή μάλλον καταλαβαίνω, αλλά θα προσπαθήσω να μη το κάνω μεγάλο θέμα) είναι το γεγονός ότι τελευταία, είναι της μοδός, κάποιες μπάντες από το παρελθόν, να παρουσιάζουν ένα συγκεκριμένο LP τους, επίσης από το παρελθόν. Το The Charlatans performing “Some Friendly”, είκοσι χρόνια μετά την κυκλοφορία του συγκεκριμένου άλμπουμ, το θεωρώ κάπως αναχρονιστικό, αδιάφορο, χαζό. Όσο καλό και να είναι ένα άλμπουμ, πέρασε, έφυγε, κι έμεινε στις δισκοθήκες του κόσμου και στις playlist των dj’s. Ορισμένα κομμάτια αρκούν να παιχτούν live μετά από χρόνια. Αλλά ολόκληρο άλμπουμ? Παρόν δεν υπάρχει? Διαφωνώ πλήρως μ’ αυτή τη τακτική και κίνηση ορισμένων group και managers. Οπότε, είναι εύκολα αντιληπτό, ότι το live των Charlatans που ξεκίνησε στις 23:00, δεν μας κράτησε πέρα από 2-3 tracks. Ο Tim Burgess και η παρέα του ακουγόταν αξιοπρεπείς από μακριά, συμπαθείς μεν ως μπάντα, αλλά προτιμάμε τους BuiltToSpill, όπου παραδόξως, έχουνε πάρα πολύ κόσμο. Δεν πλησιάζουμε καν, σκεφτόμαστε για λίγο τους συμπαθείς Matt & Kim, αλλά τελικώς αποφασίζεται ολίγον λεπτών ξεκούραση και φαγοπότι. Το κεμπάπ θυμίζει γύρο, αλλά έχει άλλη χάρη.

Στις 00:15 αποφασίζουμε ν’ αλλάξουμε λίγο ήχο και ύφος, και πλησιάζουμε τη σκηνή του “Vice”, όπου ένας άλλος θρύλος και μια σημαντική περσόνα ετοιμάζεται να κάνει την εμφάνιση του. Gary Numan, κι ένα φανατικό, μαυροφορεμένο κοινό εν αναμονή ενός συμβόλου της dark και industrial σκηνής. Με μεγάλη καθυστέρηση (ναι, 20 λεπτά θεωρούνται υπερβολικά μεγάλη καθυστέρηση) εν τέλει ο Gary Numan, και η μπάντα του εμφανίζονται επί σκηνής, με αρκετά punk attitude, και παρουσιάζουν ένα βαρύ σετ τραγουδιών, όπου οι κιθάρες συνυπάρχουν με τα synth, τα drums με το δυνατό μπάσο. Η σταθερά ακούραστη φωνή του Numan μας πηγαίνει εναλλάξ από τα 80’s στα 00’s, χωρίς όμως να ενθουσιάζει κιόλας. Καλός μεν, αλλά όχι και spectacular, όπως μας εκμυστηρεύεται Καταλανός fan του, ο οποίος είναι φανερά μεθυσμένος.

01:25 δείχνει το ρολόι, και κάτι μας σπρώχνει ν’ αφεθούμε στη μέθη της απλής, ουσιαστικής pop. Το POP με κεφαλαία γράμματα καλύτερα. Δεν έχει λίγη ώρα που η “San Miguel” φιλοξενεί το πιο εμπορικό ίσως όνομα του φεστιβάλ, και καθότι Σάββατο βράδυ, ρέουμε χιλιάδες κόσμου στη σκηνή, όπου οι Βρετανοί super stars Neil Tennant και Chris Lowe παρουσιάζουνε το Pandemonium Show τους. Ήταν στο πρόγραμμα να μη παρακολουθήσουμε τους Pet Shop Boys, καθότι προσφάτως τους είδαμε και στην Ελλάδα, αλλά το happy feeling που εξέπεμπε το show, ο κόσμος που χόρευε και τραγουδούσε στα περισσότερα λίγο πολύ track, το άφθονο αλκοόλ, τα δροσερά κορίτσια, τα φώτα, η όλη ατμόσφαιρα, ζωγράφισαν ένα χαμόγελο που μας κράτησε ως το τέλος του show, που πάνω κάτω ήταν παρόμοιο με αυτό που είδαμε και στα μέρη μας.

Λίγο πριν τις 03:00, και τρεις από τις τέσσερις εναπομείναντες σκηνές ετοιμάζονται να μπουν στην τελική ευθεία του φεστιβάλ με καθαρά έντονη χορευτική διάθεση. Η “Vice” παρουσιάζει το αστέρι της Kompakt Axel Willner και τους The Field, live, η “Pitchfork” τους Καλιφορνέζους Health και η “Ray-Ban” τους αδελφούς Paul και Phil Hartnoll. Η οριστική απόφαση μας βρίσκει κάτω απ’ φεγγάρι και τους διαχρονικούς ηλεκτρονικούς ήχους των Orbital. Χαλασμός. Χιλιάδες κόσμου πάνω κάτω, η μέθη (το αλκοόλ έχει δώσει τη θέση του σε άλλες ουσίες γύρω μου) στο maximum, το ιστορικό ντουέτο περικυκλωμένο από μηχανήματα, κονσόλες και με τα χαρακτηριστικά φωτάκια στο κεφάλι. Ωραίο και το video wall με τις εναλλαγές εικόνων, χρωμάτων, σχημάτων. O Phil έκανε φυσικά μερικά απ’ τα γνωστά ποζεριλίκια του, σε αντίθεση με τον αδερφό του που είναι συνήθως πιο σοβαρός, αλλά ας είναι. Όπως επίσης με χάλασαν λίγο και οι σφήνες - παρεμβάσεις γνωστών - ολίγον ευτελών - hit στο ανεπανάληπτο “Halcyon”, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια.

Το σύντομο νομίζω σετ τους μας στέλνει για το τελευταίο ποτό στη σκηνή του “Pitchfork” όπου ο Fake Blood σφυροκοπά ανελέητα. Electro δονήσεις, κόσμος σε συνεχιζόμενη χορευτική έκσταση. Πάμε “Vice”? Αντέχουμε, παραδόξως. Λίγο πριν τις 05:00 και ο Βρετανός Boy 8-Bit σ’ ένα dj set που ακούγεται ωραίο, εκλεκτικό, χορευτικό, χωρίς ακρότητες. Παραδίπλα η σκηνή του “ATP” φιλοξενεί τον Dj Coco ο οποίος παίζει pop-rock anthems, χωρίς καν mixing. Παρ’ όλα αυτά ο κόσμος χορεύει, δε τον νοιάζει. Ένα ατέλειωτο πάρτυ και closing από χιλιάδες Primaveristas. Πλησιάζει 06:00 και παίρνουμε το δρόμο προς την έξοδο. Σ’ ένα απ’ τα περίπτερα με τα φαγώσιμα μοιράζουν σάντουιτς στο κόσμο ώστε να μην πεταχτούν. Σκηνές όμορφες, οι τελευταίες, από ένα 3μερο φεστιβάλ που όμοιο του αμφιβάλλω αν θα δούμε ποτέ στην Ψωροκώσταινα μας.

Η επομένη, μας βρίσκει σ’ ένα από τα πιο όμορφα πάρκα της Βαρκελώνης, αυτό του Joan Miro, όπου ανάμεσα στα δέντρα υπάρχουν δυο μικρές σκηνές και εμφανίζονται διάφορα group, στα πλαίσια των παράλληλων εκδηλώσεων του φεστιβάλ. The King Khan & BBQ Show, Real Estate, The Smith Westerns, Dum Dum Girls. Δωρεάν, κάνοντας πικ νικ, ανάμεσα σε παιδιά, τετράποδα, κόσμο με χαλαρή διάθεση και κάτω από τον Κυριακάτικο απογευματινό ήλιο. Ένα οριστικό, ζεστό φινάλε, κι επιστροφή στη μιζέρια, τη γκρίνια και την εσωστρέφεια μιας χρεοκοπημένης χώρας, οικονομικά κι όχι μόνο.

http://www.primaverasound.com

Για την 1η μέρα διάβασε εδώ

Για τη 2η μέρα διάβασε εδώ

Άρης Μπούρας

Live
JENS LEKMAN
29/11/2012
GHOST NOTE PROJECT-SENSOMATIC
16/11/2012
PlisskenFestival 2012
12/5/2012
MOGWAI, KWOON
25/1/2012
ULVER
26/11/11
KILIMANJARO DARKJAZZ ENSEMBLE, THE MOUNT FUJI DOOMJAZZ CORPORATION
11/11/2011
PULP
27/5/2011
NO AGE, Background Noise Suppression
27/4/2011
God Is An Astronaut, Absent Without Leave–
6/2/2011
MARK LANEGAN, ISOBEL CAMPBELL
12/12/2010