|
|
|
|
MyBlogBook #16
|
Art view…
Είχα δύο συζητήσεις τον προηγούμενο μήνα που αφορούσαν γενικά την τέχνη και με έβαλαν σε σκέψεις για το πώς αντιλαμβανόμαστε ένα καλλιτεχνικό έργο. Η πρώτη αφορούσε τη συναυλία του Steve Wynn. Ένας φίλος ισχυριζόταν ότι δεν χρειάζεται να έρθει στη συναυλία αυτή για να καταλάβει ότι ο Αμερικανός καλλιτέχνης δεν του αρέσει. Είπε μάλιστα απαξιωτικά: «Δηλαδή πρέπει να πάω στον Μαρτάκη για να αποφασίσω αν είναι του γούστου μου ή όχι;». Η αλήθεια είναι ότι αυτή η ισοπεδωτική του άποψη με έβαλε σε σκέψεις. Μπορεί κάποιος που δεν του αρέσει ο Wynn να τον εξισώνει με τον κάθε Μαρτάκη; Μπορώ εγώ που απεχθάνομαι τους Happy Mondays να τους εξισώσω με τις Hi-Five; Νομίζω πως όχι. Η απάντηση απλά είναι ότι πρέπει να καταλαβαίνουμε πότε κάτι αποτελεί καλλιτεχνικό έργο και ύστερα να το κρίνουμε επί του καλλιτεχνικού του αποτελέσματος. Για παράδειγμα, εγώ μπορεί να μην τρελαίνομαι για τον ιμπρεσιονισμό στη ζωγραφική, αλλά να είμαι φανατικός με τον εξπρεσιονισμό (λέμε τώρα!). Είμαι όμως σε θέση να αναγνωρίσω ότι ο πρώτος αποτελεί καλλιτεχνική πρόταση. Απλά εμένα δεν με εκφράζει. Δεν θα τον εξισώσω με τα έργα του αείμνηστου Bob Ross της ΕΤ 3 (που παρεμπιπτόντως τα καταλαβαίνω πιο εύκολα….). Αυτή μου η αντίληψη ήταν και η απάντηση στη συζήτησή μου με μια φίλη που με «έκραζε» γι αυτά που έγραφα για τον Picasso στο προηγούμενο MyBlogBook. Δεν απαξίωσα τον ισπανό καλλιτέχνη για το Suite 347. Απλά αναγνωρίζοντας το καλλιτέχνημά του, εξέφρασα κάποιες σκέψεις… Οπότε, εκτιμώ ότι επανερχόμαστε στο απλοϊκό ότι όλα είναι θέμα γούστου. Αρκεί να ξέρουμε να αναγνωρίζουμε το αρτίστικο και να μην το συγχέουμε με το φαρτίστικο…
Μουσικές… καφετερίες
Έχω περάσει αρκετές ώρες του ελεύθερού μου χρόνου σε δισκοπωλεία. Μάλιστα, το μεγαλύτερο ποσοστό έχει «ξοδευτεί» σε συγκεκριμένο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Πολλές φορές είχα προτείνει στον ιδιοκτήτη του, μεταξύ αστείου και σοβαρού, να βάλει έναν αυτόματο πωλητή καφέ ώστε να περνάμε πιο ευχάριστα τις ώρες μας εκεί μέσα ακούγοντας και συζητώντας για μουσική. Δεν ήξερα ότι αυτό συμβαίνει ήδη στο Rough Trade East, το γνωστό ανεξάρτητο λονδρέζικο δισκοπωλείο. Βρέθηκα εκεί το Σάββατο που μας πέρασε (19 Απριλίου 2008) για να παρακολουθήσω το μίνι φεστιβάλ που έλαβε χώρα εντός του με αφορμή την ημέρα των δισκοπωλείων για την οποία έγραφα στο MyBlogBook #14. Πρέπει να είναι το πιο ωραίο δισκοπωλείο που έχω επισκεφτεί στη ζωή μου. Και δείχνει πώς ακόμα και ένα μικρότερου μεγέθους στην Ελλάδα μπορεί να αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες για να γίνει πιο προσιτό στο αγοραστικό κοινό. Στην χώρα μας, ακόμα και οι μεγάλες αλυσίδες σπανίως, αν όχι ποτέ, διοργανώνουν δωρεάν συναυλίες μέσα στο χώρο τους. Πιο συχνά διοργανώνει ο Ιανός, εδώ που τα λέμε, παρά τα δισκάδικα. Το Rough Trade East αποτελεί μια ολοκληρωμένη πρόταση για μουσική, με δυνατότητα ακρόασης cd και βινυλίων, με δυνατότητα παρακολούθησης live εμφανίσεων, αγοράς t-shirt, περιήγησης στο internet, αγοράς βιβλίων και πολλά άλλα. Όλα αυτά, έχοντας τη δυνατότητα να αγοράσεις τον καφέ σου και να συνδυάσεις τη μουσική απόλαυση με την απόλαυση της καφεΐνης. Οπότε το όλο σκηνικό με έκανε να περάσω περίφημα, ακόμα και αν τα live acts εκείνης της μέρας δεν έπαιζαν καλά. Όμως, τόσο ο Jason Molina των Songs: Ohia με συνεπήρε με τις ηλεκτρισμένες συναισθηματικά folk συνθέσεις του, όπως και ο Billy Brag με τις ιστορίες που μας περιέγραφε. Έπαιξαν και άλλα ονόματα (The Idle Lovers, Baltic Feet, Irmin Schmidt & Kumo) από τα οποία, όμως, την παράσταση έκλεψε η Lykke Li, μια γλυκύτατη 22χρονη σουηδέζα, που γνωρίζει τεράστια επιτυχία στην πατρίδα της και μόλις έχει αρχίσει να κατακτά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε λίγο μάλλον θα κατακτήσει και όλη την Ευρώπη με το άλμπουμ της Young Novels.
Μαύρη μουσική… από λευκούς για λευκούς
Το ίδιο βράδυ (Σάββατο 19 Απριλίου 2008) βρέθηκα στο Jazz Café στο Camden για να παρακολουθήσω τη συναυλία των Antibalas με τους The Budos Band. Σκεφτόμουνα ότι τέτοιες συναυλίες δεν έχουμε τη δυνατότητα να τις παρακολουθούμε συχνά στην Ελλάδα. Είναι αυτές οι συναυλίες που δεν απευθύνονται σε μεγάλη μερίδα του ελληνικού νεανικού κοινού, αλλά ούτε είναι κατάλληλες για την «ελίτ» των 50άρηδων που γεμίζει τους χώρους με jazz μουσική. Το Jazz Café συνδυάζει και τα δύο. Είναι πιο κυριλέ χώρος για συναυλίες, έχει και εστιατόριο στον επάνω χώρο, αλλά μπροστά στη σκηνή δεν υπάρχουν τραπέζια, όπως θα γινόταν στη χώρα μας. Έτσι, το κατά κύριο λόγο νεανικό κοινό που γέμισε το χώρο, μπόρεσε να λικνιστεί, να χτυπηθεί και να ιδρώσει για 3 ώρες με τους ρυθμούς της εντεκάδας μουσικών που αποτελούσαν τόσο τους Antibalas, όσο και τους The Budos Band (για το απολαυστικό άλμπουμ των οποίων έγραφα στο MyBlogBook #6 και οι οποίοι εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη). Το μόνο που με προβλημάτισε σε αυτή τη συναυλία ήταν η έλλειψη μαύρων θεατών. Ο ήχος και των δύο συγκροτημάτων που είναι σαφώς επηρεασμένος από το afro και τη funk είναι ένας ήχος που περιμένεις να προσελκύει και μαύρους μουσικόφιλους. Άρα, είναι πιθανόν: i) οι μαύροι να σνομπάρουν τέτοια συγκροτήματα, γιατί αποτελούνται κυρίως από λευκούς (μόνο ο ηγέτης των Antibalas, Amayo, ήταν μαύρος), ii) να θεωρούν τέτοιες συναυλίες μη αυθεντικές, όπως οι κινέζοι δεν τρώνε στα κινέζικα εστιατόρια του εξωτερικού και οι έλληνες στα αντίστοιχα ελληνικά, iii) οι έντονες ταξικές διαφορές που υπάρχουν στο Λονδίνο να βρίσκουν έκφραση και στο χώρο του Jazz Café. Το εισιτήριο των 28 λιρών ίσως ήταν απαγορευτικό για την τσέπη τους.
Cd single Rest in Peace…
Τις τελευταίες εβδομάδες έχω αρχίσει και απαξιώνω στο μυαλό μου την έννοια του cd. Το ότι το αγοράζω ακόμα ως format είναι κυρίως γιατί βρίσκομαι συνήθως εκτός σπιτιού, οπότε δεν μπορώ να αφιερώνω χρόνο στο πικάπ μου, αλλά και στο ότι μια φορά τη βδομάδα κάνω τον dj σε μαγαζί που έχει μόνο cd players. Η απαξίωση όμως έχει αρχίσει να έρχεται στο μυαλό μου για τον εξής λόγο: η μουσική μπορεί να ακουστεί με δύο τρόπους, είτε ψηφιακά, είτε αναλογικά. Η αναλογική μορφή ευτυχώς διατηρείται ακόμα και θα συνεχίσει να διατηρείται με την παρουσία του βινυλίου, το οποίο από ό,τι φαίνεται δεν θα πεθάνει ποτέ. Η ψηφιακή μορφή, όμως, δεν χρειάζεται πια το cd. Είτε παράνομα, είτε νόμιμα, το mp3 download κάνει εξίσου, και καλύτερα ίσως, την ίδια δουλειά. Ταυτόχρονα, στο Rough Trade παρατήρησα προχθές ότι περισσότερος κόσμος κοιτούσε τα βινύλια, παρά περιηγούνταν στα stands με τα cd. Οπότε, αναλογιζόμενος όλα αυτά, ήρθε και το τελειωτικό χτύπημα: σε άρθρο του μουσικού περιοδικού του κυριακάτικου Observer (Observer Music Monthly, 20.04.2008) αναφερόταν ότι το cd single έπαψε πια να συμπεριλαμβάνετε στα προϊόντα με τα οποία η Βρετανική Στατιστική Υπηρεσία υπολογίζει τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Στη θέση του μπήκαν τα USB sticks. Μετά από αυτό, εκτιμώ ότι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το cd.
Εντυπώσεις από το… μέλλον
Εδώ στο Λονδίνο έχω ξεχάσει ότι στην Ελλάδα μόλις μπήκαμε στη Μεγάλη Εβδομάδα. Οι μέρες εδώ είναι σαν κάθε άλλη μέρα, οπότε κι εγώ κάνω οτιδήποτε άλλο, εκτός από αυτά που προστάζει το κλίμα κατάνυξης που επικρατεί στην «πατρίδα». Αλλά το να δω και ένα συγκρότημα με το όνομα Holy Fuck μεγαλοδευτεριάτικα, πάει πολύ… Ελπίζω να με συγχωρέσει ο… Άνθιμος. Οι καναδοί άνοιξαν τη συναυλία των Blonde Redhead εχθές Μ. Δευτέρα 21 Απριλίου 2008 στο Shepherd’s Bush Empire του Λονδίνου. Ενδιάμεσα εμφανίστηκαν και οι Devastations. Είχα εκφράσει στο MyBlogBook #12 την απογοήτευσή μου που δεν θα έβλεπα στο Synch το συγκρότημα του οποίου το άλμπουμ «ανακήρυξα» ως καλύτερο του 2007 στο MyBlogBook #3. Αλλά, η τύχη το έφερε να τους πετύχω σε αυτή μου την επίσκεψη στην Αγγλία. Οι Holy Fuck για μισή ώρα γκρέμισαν με τον ήχο τους τον χώρο. Έχοντας έναν μπασίστα, έναν ντράμερ και δύο τύπους που είχαν μπροστά τους… του κόσμου τα μπλιμπλίκια (ακόμα και μια μπομπίνα με την οποία δεν κατάλαβα πώς έβγαζαν ήχο), παρουσίασαν πιστά μεν, ξεσηκωτικά δε, κομμάτια από τα δύο τους άλμπουμ. Εκτιμώ ότι με λίγο καλό ήχο στο Synch στις 13 Ιουνίου, ο οποίος δεν θα χάνεται από κάποιον αέρα, θα κάνουν τους Happy Mondays που εμφανίζονται την ίδια ώρα να χορεύουν στους ρυθμούς τους… Α! το ότι ήταν γραφτό να γουστάρω τους Holy Fuck φάνηκε και από το γεγονός ότι το ένα μέλος τους φορούσε μπλουζάκι Do Make Say Think! Τι να λέμε τώρα… Αν, τέλος, ενδιαφέρει κάποιον να μάθει και πώς ήταν τα άλλα δύο γκρουπ, οι Devastations, με τους οποίους ελάχιστα έχω ασχοληθεί, δεν κατάφεραν να μου δώσουν ένα λόγο για να το κάνω τώρα, ενώ οι Blonde Redhead ήταν ακόμα πιο επαγγελματίες σε σχέση με τη συναυλία τους στην Υδρόγειο πριν μερικά χρόνια. Όμως, ο χαρακτηριστικός τους ήχος είναι αυτός που τους κάνει, έστω και έτσι, να ξεχωρίζουν από χιλιάδες κιθαριστικά γκρουπ.
- Αν εξαιρέσουμε τις μικρές συναυλίες στο Rough Trade, στις υπόλοιπες είδα πέντε γκρουπ, από τα οποία κανένα δεν ήταν βρετανικό… Τι να λέει αυτό, άραγε…
- Το MyBlogBook #17 θα βγει την Τρίτη 29 Απριλίου 2008 και πάλι από το Λονδίνο. Καλές γιορτές!
- Για σχόλια πατάς πάνω στο όνομά μου και μου στέλνεις e-mail.
* Όλες οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες από εμένα.
Κώστας Παπασπυρόπουλος |