|
|
|
|
NICKCAVE & THE BAD SEEDS – ED KUEPPER, JEFFREY WEGENER
|
Όλα ξεκίνησαν από μια σκηνή...άδεια. Ίσως όχι και τόσο όσο φαινόταν, γιατί αλλιώς δεν εξηγείται πως όλοι κατέληξαν να κοιτούν μια σκηνή με “άπραγα” όργανα που περίμεναν. Στη περίπτωση του Nick Cave μια άδεια εξέδρα αποκτά υπόσταση, στην οποία εναποθέτεις και τον τελευταίο σου πόθο να αντικρύσεις το καλλιτέχνη εν ώρα δημιουργίας.
Και η αναμονή για το θείο Nick, άξιζε και με το παραπάνω, για την θεατρολογία των κινήσεών του, το ασταμάτητο νεανικό χοροπήδημα, την αστείρευτη ενέργειά του, και την ιδιόμορφη και παντοτινή του αγάπη για το ελληνικό κοινό (έστω και αν ο Ellis έκανε τον υποβολέα ψιθυριστά στα “Ευχαριστού...” και “Γεια σας”). Πάνω απ’όλα όμως, η αναμονή για το N. Cave άξιζε για τα σκοτεινά, “ερωτικά” και οργισμένα συναισθήματα που απορέουν της μουσικής του, της φωνής και από όλες αυτές τις αλλόκοτες ιστορίες του, που όταν λαβαίνουν μέρος ακριβώς μπροστά σου, νιώθεις ότι όλα αποκτούν ένα ξεχωριστό νόημα.
Ο Cave στρίβει επίμονα το μουστάκι του, προετοιμάζει τις σελίδες με το κατεβατό στίχων, σκέφτεται την επόμενη μελωδία και με την πένα ξεκινάει το παιχνίδι με τις χορδές της κιθάρας του. Όταν οι ρυθμοί και οι εντάσεις ανεβαίνουν, γίνεται ένα αλλοπρόσαλο παιδί που ξέρει να δείχνει χωρίς έπαρση τον “αδυσώπητο” περφεξιονισμό του.
Η αρχή έγινε λοιπόν, εκείνη τη νύχτα με τους λωτοφάγους (“Night of the lotus eater’s”), να κοροϊδεύουν το Λάζαρο να σκάβει όσο περισσότερο μπορεί για να εξέλθει (“Dig!!! Lazarus Dig!!!”). Ο Cave συνέχισε τη διδασκαλία με το “Today’s Lesson” για να μας πει τελικά πώς ότι και να γίνεται θα πρέπει να “Hold on to yourself”. Απλώνει με συμπόνια το “Red right Hand” πάνω μας, για να δείξει ότι ο “Papa won’t leave you Henry” και έπειτα μας διατάζει να πέσουμε “Into my arms” και μαζί να ξαπλώσουμε “Lie down here”, αλλά ότι και να γίνει να ξέρουμε ότι ο “Stagger Lee” δεν θα δείξει άλλο έλεος “The Mercy Seat”. κτλ.
Παρότι η φωνή του δεν ήταν πλέον αψεγάδιαστη, αλλά λίγο αδύναμη που δεν άντεχε όταν έπρεπε να ανέβει λίγο πιο “ψηλά” (λόγω ιού όπως μας είπε), η εμπειρία και μόνο, του να γευτείς το βάθος και την ερμηνεία ενός ανθρώπου που μας έχει απλόχερα προσφέρει το “διαστροφικό” του μικρόκοσμο όλα αυτά τα χρόνια, ήταν αρκετή. Και του χρόνου...
Τη βραδιά ξεκίνησαν οι αεικίνητοι Ed Kuepper και Jeffrey Wegener, που με τους πειραματισμούς τους μας προθέρμαναν κατάλληλα, δείχνοντας πώς με δύο βασικά όργανα μπορείς να τραβήξεις το ενδιαφέρον.
Υ.Γ. Η οργάνωση της συναυλίας από τη Didi music είχε και τα ανάλογα, συνήθη εως αισχρά (για τους μπροστινούς τουλάχιστον) αποτελέσματα στον ήχο. Ήχος που σε ανάγκαζε να μετακινηθείς όσο το δυνατόν πιο κεντρικά της σκηνής για να αποφύγεις τη βαβούρα των ηχείων. Συνηθισμένοι πλέον...
Χάρης Αποστολόπουλος |