AN EVENING WITH GREG DULLI & MARK LANEGAN, 4 Φεβρουαρίου στο Gagarin
|
A Special “Stripped Down To The Gutter” Set
ΤΕΤΑΡΤΗ 4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2009
DoorsOpen: 21:00 / Τιμή Εισιτηρίου: 30€
Προπώληση: TicketHouse + www.ticketpro.gr
“Μια βραδιά με τον GregDulli και τον MarkLanegan”… Και μόνο που αναφέρεις αυτά τα δύο ονόματα αισθάνεσαι ένα δέος να σε διακατέχει. Πρόκειται για δύο μουσικούς που έχουν προσφέρει στο rock’n’roll τόσα όσα ελάχιστοι άλλοι, τα τελευταία είκοσι χρόνια.
Ηγέτες δύο εκ των κορυφαίων Αμερικανικών συγκροτημάτων των late 80’s και των 90’s – AfghanWhigs και ScreamingTrees, αντίστοιχα – συνέχισαν να έχουν εντονότατη δισκογραφική παρουσία ακόμα και μετά από τη διάλυσή τους, πότε σαν solo και πότε μέσα από τη συνεργασία τους με άλλα σχήματα και καλλιτέχνες – TwilightSingers και LoFidelityAllStars ο Dulli / TwilightSingers, QueensOfTheStoneAge, Soulsavers και IsobelCampbell ο Lanegan – αποδεικνύοντας, σε κάθε βήμα τους, πως παραμένουν δύο εξαιρετικοί συνθέτες οι οποίοι, ταυτόχρονα, διαθέτουν και δύο από τις εκπληκτικότερες φωνές στη σύγχρονη μουσική σκηνή.
Την χρονιά που πέρασε, οι δυο τους κυκλοφόρησαν ένα από τα καλύτερα albums του 2008, το “Suternalia”, κάτω από το όνομα TheGutterTwins. Πρόκειται για μια σειρά από τραγούδια που κινούνται από τη folk και τα blues μέχρι το space και το hardrock, διατηρώντας πάντα τη σκοτεινή ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει τις προσωπικές δουλειές τους.
Η συγκεκριμένη περιοδεία, η οποία θα τους φέρει ξανά από τα μέρη μας, έχει τον γενικό τίτλο “AnEveningWithGregDulli & MarkLanegan” και αυτό διότι δεν περιορίζεται στην πρόσφατη δουλειά τους, ως GutterTwins, αλλά απλώνεται σε ολόκληρη την καριέρα τους, καθώς και σε καινούργια κομμάτια, σε ένα “StrippedDownToTheGutter” set διάρκειας τριών περίπου ωρών.
“Από τη στιγμή που τα όργανα που θα χρησιμοποιήσουμε για αυτή την περιοδεία είναι τελείως διαφορετικά από ότι συνήθως, τα shows θα περιέχουν τραγούδια που και οι δυο μας έχουμε να παίξουμε πάρα πολύ καιρό ή δεν έχουμε παίξει ποτέ ζωντανά”…λέει ο Dulli.
Πραγματικά, θα είναι η πρώτη φορά που θα δούμε τον GregDulli και τον MarkLanegan να παίζουν τα τραγούδια τους με αυτόν τον τρόπο, αφού το σχήμα με το οποίο θα τα παρουσιάσουν αποτελείται, εκτός των ίδιων, από τον κιθαρίστα DaveRosser, τον Φώτη Σιώτα (Γιάννης Αγγελάκας και οι Επισκέπτες) στο βιολί και την Σοφία Ευκλείδου (Αγγελάκας / Βελιώτης – Οι Ανάσες Των Λύκων) στο τσέλο.
Η περιοδεία περιλαμβάνει συνολικά 16 ημερομηνίες. Θα ξεκινήσει στις 15 Ιανουαρίου από τη Γλασκώβη, στη Σκωτία, και θα κλείσει στην Αθήνα και το Gagarin 205 LiveMusicSpace, την Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου.
Οι πόρτες θα ανοίξουν στις 21:00 και εισιτήρια προπωλούνται, προς 30 ευρώ, στο TicketHouse (Πανεπιστημίου 42) και το www.ticketpro.gr.
Gagarin 205 LiveMusicSpace: Λιοσίων 205, κοντά στο σταθμό Μετρό / ΗΣΑΠ “Αττική”. Τηλέφωνο: 210 8547600. Website: www.gagarin205.gr
Γραφείο Τύπου / Πληροφορίες:
Θωμάς Μαχαίρας / tmach@otenet.gr
thomasknife69@gmail.com
GREGDULLI
Οι Twilight Singers δεν είναι ένα συγκρότημα με την κλασική έννοια του όρου, αλλά περισσότερο μία κολεκτίβα αποτελούμενη από διαφορετικούς μουσικούς κάθε φορά, ανάλογα με τις διαθέσεις του συνθέτη και τραγουδιστή GregDulli, ο οποίος, έχοντας υπάρξει ηγετική φυσιογνωμία στους περίφημους AfghanWhigs, θέλησε να βρει ένα τρόπο ώστε να εκφράζει τις δημιουργικές ανησυχίες του, μέσα από ένα σχήμα ευμετάβλητο και, κατά συνέπεια, πιο ευέλικτο.
Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ AFGHANWHIGS
Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, οι Afghan Whigs δημιουργήθηκαν στο Σινσινάτι του Οχάιο και το 1988 κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, “Big Top
Halloween” στην Ultra Suede Records. Το 1990 ξεκίνησαν τη συνεργασία τους με την πασίγνωστη –ελέω Nirvana- Sub Pop, με το ηπιότερο ηχητικά και ταυτόχρονα πιο επικό “Up In It”, ενώ στο “Congregation” του 1992 έγιναν για πρώτη φορά αισθητά τα r’n’b στοιχεία που έμελλε να χαρακτηρίσουν τη μουσική τους στο μέλλον. Ανάλογος ήταν κι ο ήχος τους στο EP “Uptown Avondale” του ’92, καθώς και στο ντεμπούτο άλμπουμ τους για πολυεθνική εταιρεία (Electra), με τίτλο “Gentlemen” (‘93), το οποίο, πέρα από τις εξαιρετικές κριτικές που πήρε από τον Τύπο, χάρισε στο γκρουπ και την πρώτη μεγάλη του επιτυχία. Το EP “What Jail Is Like” (‘94) προηγήθηκε της κυκλοφορίας του κορυφαίου τους ίσως δίσκου “Black Love” (‘96), ενώ δύο ακόμα EPs ακολούθησαν μέσα στην ίδια χρονιά, τα “Honky’s Ladder” και “Bonnie & Clyde.”
Παρά την αδιαμφισβήτητη αξία του, το “Black Love” θεωρήθηκε πολύ σκοτεινό και, εντέλει, αντιεμπορικό από τη δισκογραφική εταιρεία, πράγμα διόλου ασυνήθιστο στους κύκλους των πολυεθνικών. Η αλήθεια είναι πως οι Afghan Whigs ποτέ δεν θα μπορούσαν να γίνουν ένα συγκρότημα που θα έμπαινε σε καλούπι, ικανοποιώντας τις όποιες προσδοκίες είτε της εταιρείας είτε του ίδιου του κοινού τους, επαναλαμβάνοντας μία τυχόν επιτυχημένη συνταγή. Η πορεία τους, σε αντίθεση με όλα τα σύγχρονα με αυτούς groups που προσεταιρίστηκαν το grunge και την αισθητική του, χαρακτηρίστηκε από μία, προοδευτικά όλο κι εντονότερη, ροπή προς τη soul και το r’n’b, σε συνδυασμό με τους ποιητικούς, μα συνάμα σκοτεινούς και ενδοσκοπικούς στίχους του Dulli.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ AFGHANWHIGS ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ TWILIGHTSINGERS
Ολα αυτά οδήγησαν το συγκρότημα, αναπόφευκτα, σε νέα εταιρεία –συγκεκριμένα την Columbia - και σε μία περιοδεία το 1999, η οποία πραγματοποιήθηκε για να υποστηρίξει το έκτο τους άλμπουμ, “1965”, το οποίο είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά κι έμελλε να αποτελέσει το κύκνειο άσμα τους. Ο ίδιος ο Dulli είχε ξεκινήσει να δουλεύει πάνω στο ντεμπούτο των Twilight Singers από το 1997, όταν τα μέλη των Afghan Whigs είχαν αποσυρθεί, προσπαθώντας –κατά κάποιο τρόπο- να ηρεμήσουν, μετά την ουσιαστική κατάρρευση των σχέσεών τους με τη δισκογραφική.
Οι αρχικές ηχογραφήσεις είχαν ήδη ολοκληρωθεί με τη συμμετοχή μουσικών όπως ο Harold Chichester (απ’ τους Howlin’ Maggie) και ο Martin Barrett (από τους Screaming Trees), αλλά το όλο project είχε διακοπεί, προς χάριν του τελευταίου άλμπουμ των Whigs. Μετά την κυκλοφορία του ο Dulli έστρεψε την προσοχή του στους Twilight Singers, ακολουθώντας, ωστόσο, καινούρια στρατηγική. Ετσι, μετακόμισε στην Αγγλία –και συγκεκριμένα στο Hull - όπου και ξεκίνησε να δουλεύει με μουσικούς / παραγωγούς όπως οι Steve Cobby και Dave McSheny (γνωστοί και ως Dance Maestros) και οι Fila Brazilia (γνωστοί για τα ευρηματικά acid-jazz remixes που έκαναν σε κομμάτια των Radiohead, Orb, Moloko και Busta Rhymes, μεταξύ άλλων).
Το φθινόπωρο του 2000, το πρώτο άλμπουμ των Twilight Singers, “Twilight As Played By The…”, ήταν πλέον έτοιμο και κυκλοφόρησε συνοδευόμενο από μία αμερικανική
περιοδεία, κατά τη διάρκεια της οποίας το σχήμα τους συμπεριλάμβανε τον Chichester στα keyboards και τα φωνητικά, καθώς και τον ντράμερ των Afghan Whigs, Michael Horrigan, στο μπάσσο.
Οι κριτικές γι’ αυτή τη νέα προσπάθεια ήταν πολύ καλές, αλλά, παρόλα αυτά, ο Dulli, που στο μεταξύ είχε μεταφέρει τη βάση του από το Seattle στο L.A., όπου και ζούσε στις αρχές των 90s, άρχισε να γράφει καινούριο υλικό με την προοπτική ενός ακόμη album των Afghan Whigs. Πολύ σύντομα, όμως, ανακάλυψε πως τα υπόλοιπα μέλη του group είχαν πλέον περισσότερο το μυαλό τους σε μία ήσυχη οικογενειακή ζωή, παρά στο lifestyle ενός μουσικού μίας rock’n’roll μπάντας η οποία περιοδεύει ασταμάτητα τον κόσμο... Η οριστική τους διάλυση προέκυψε μέσα σε φιλική ατμόσφαιρα το 2001 και μοιραία έδωσε στον Dulli το χρόνο και το χώρο ώστε να αφιερωθεί, αποκλειστικά πια, στους Twilight Singers, γράφοντας 30, περίπου, νέα κομμάτια, προοριζόμενα για το δεύτερο άλμπουμ του συγκροτήματος.
ΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ GREGDULLI
Στο μεσοδιάστημα δεν έλειψαν οι συνεργασίες και οι αντίστοιχες συμμετοχές του σε albums γνωστών ονομάτων, όπως εκείνα του DJ Muggs των Cypress Hill, των Lo Fidelity Allstars και του μεγάλου Mark Lanegan (στα κομμάτια “Metamphetamine Blues” και “Message To Mine” από το LP “Bubblegum” του 2004). Πρόκειται για σημαντικές δουλειές που ακολουθούν τα βήματα παλαιότερων παράπλευρων δραστηριοτήτων του Dulli, όπως ήταν, για παράδειγμα, η παρουσία του – ως John Lennon - στη μπάντα που σχηματίστηκε για τις ανάγκες της, βιογραφικής των Beatles, ταινίας με τίτλο “Backbeat”, πλάι στους Dave Grohl (Nirvana / Foo Fighters), Mike Mills (REM), Thurston Moore (Sonic Youth) και Don Fleming (Gumball).
Τελικά το δεύτερο album των Twilight Singers κυκλοφόρησε το 2003, με τίτλο “Blackberry Belle”, αποτελούμενο από κομμάτια που συνδυάζουν ορισμένες από τις πιο έντονες επιρροές του Greg Dulli (από τους Pink Floyd ως τη Nina Simone και από τους Big Star μέχρι την πιο βρώμικη πλευρά του hip-hop) με μια ατμόσφαιρα σκοτεινή, όπως πάντα, και θεματολογία που κινείται ισόποσα στις σφαίρες του πραγματικού και του φανταστικού, μιλώντας για τον έρωτα, το θάνατο, το σεξ και το μυστήριο στη ζωή των ανθρώπων. “Martin Eden”, “The Killer”, “Teenage Wristband” και “Number Nine” – το τελευταίο με τον Mark Lanegan στα φωνητικά - είναι τα highlights ενός album το οποίο, εκτός των όσων προαναφέραμε, ηχογραφήθηκε και υπό τη σκιά του χαμού του στενότερου φίλου του Greg, του γνωστού σκηνοθέτη Ted Demme.
SHE LOVES YOU….
Το καλοκαίρι του 2004 κυκλοφόρησε η τρίτη δουλειά των Twilight Singers, η οποία είναι μία συλλογή από διασκευές σε κομμάτια που ο Dulli εκτιμά ιδιαίτερα, υπό το γενικό τίτλο “She Loves You”, κάτι που δεν κάνει πρώτη φορά άλλωστε, αφού στο παρελθόν με τους Afghan Whigs είχαν παρουσιάσει τη δική τους εκδοχή σε τραγούδια του Al Green και των Supremes, ενώ ο ίδιος είχε διασκευάσει το “Can’t Get Enough Of Your Love” του Barry White για το soundtrack της ταινίας “Beautiful Girls”, στην οποία παίζει κιόλας. Ούτε κι αυτό είναι κάτι το ασυνήθιστο, αφού –κατά καιρούς - έχει υποδυθεί ορισμένους μικρούς ρόλους σε
κινηματογραφικές ταινίες, όπως για παράδειγμα εκείνον του μπράβου (και....δολοφόνου) στην υπηρεσία της βοστωνέζικης ιρλανδικής μαφίας, στην ταινία “Snitch” (γνωστή και με τον τίτλο “Monument Avenue”).
Τα “Strange Fruit” (Billie Holliday), “A Love Supreme” (John Coltrane), “What Makes You Think You’re The One” (Fleetwood Mac), “Real Love” (Mary J. Blige), “Hyperballad” (Bjork) και “Feeling Of Gaze” (της Hope Sandoval των Mazzy Star), είναι μερικά από τα τραγούδια που επέλεξε ο Dulli γι’ αυτό το album, το οποίο - παρότι αποτελούμενο από διασκευές –χαρακτηρίζεται από μία ιδιαίτερη κατανόηση των πρωτότυπων, που οδήγησε σε πραγματικά εμπνευσμένες ερμηνείες. Η προσέγγισή τους έχει γίνει με ευαισθησία, που αποδεικνύει την ειλικρινή αγάπη που έχουν γι’ αυτά τα τραγούδια, ενώ παράλληλα προσδίδουν και τη δική τους ταυτότητα σε αυτά – τι νόημα έχει άλλωστε μία διασκευή εάν είναι απλώς ενα κοπιάρισμα του αυθεντικού κομματιού- σε βαθμό που ένας ανυποψίαστος ακροατής θα μπορούσε να θεωρήσει ότι ακούει ένα “κανονικό” καινούριο album.
Τα λόγια του Dulli είναι χαρακτηριστικά των διαθέσεων με τις οποίες πλησίασε τα αγαπημένα του αυτά κομμάτια: “Πρωτάκουσα το “FeelingOfGaze” τα Χριστούγεννα του 2001. Τρεις εβδομάδες αργότερα, το άκουγα ξανά, καθώς πήγαινα στην κηδεία του καλύτερoύ μου φίλου. Οι στίχοι είναι υπέροχοι... I feel alone for you, I feel alive with you, I feel a sin fading… celebrate…. Σ’ ένα κουπλέ κατορθώνει να πει περισσότερα από όσα λένε άλλοι στιχουργοί σε μία ολόκληρη καριέρα. Ηταν η φωνή που οδήγησε αυτό το ALBUM με την ευθύτητα και την καθαρότητά της”.
Η ΝΕΑ ΟΡΛΕΑΝΗ, Ο ΤΥΦΩΝΑΣ “KATRINA” ΚΑΙ ΤΟ “POWDERBURNS”
Οι κριτικές για το “She Loves You” υπήρξαν διθυραμβικές. Όμως, ήταν ακόμα καλύτερες για το τελευταίο album των Twilight Singers, “Powder Burns”, το οποίο κυκλοφόρησε στην One Little Indian τον Μαίο του 2006. Ηχογραφήθηκε στη Νέα Ορλεάνη, λίγο μετά από το καταστροφικό πέρασμα του τυφώνα Katrina από την περιοχή, σε συνθήκες μάλλον.... πρωτόγονες για τη σημερινή εποχή. Χρησιμοποιήθηκαν γεννήτριες για να παραχθεί η απαιτούμενη ενέργεια έτσι ώστε να λειτουργούν τα άκρως απαραίτητα στο studio, ενώ ο Dulli συχνά έγραφε στίχους τη νύχτα, όταν οι υπόλοιποι μουσικοί ξεκουράζονταν, υπό το φως ενός καντηλιού!
Στο album συμμετέχουν οι, ραγδαία ανερχόμενοι, singer / songwriters Ani Di Franco και Joseph Arthur, ο μουσικός διευθυντής του Brian Wilson, Scott Bennett και, φυσικά, ο Mark Lanegan, έστω και μέσω ενός sample από το “Methamphetamine Blues” στο “Candy Cane Crawl”. Η θεματολογία του είναι ανάλογη με εκείνη των προηγούμενων δίσκων του Dulli
και της παρέας του. Sex, drugs και rock and roll, σε μια σειρά από τραγούδια γεμάτα οργή, απελπισία, ενοχές, αλλά και με ένα αμυδρό φως ελπίδας να ξεπροβάλει στο τέλος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στα δύο τελευταία albums των Twilight Singers κυκλοφόρησε και ο πρώτος προσωπικός δίσκος του Greg Dulli, με τίτλο “Amber Headlights”, στην Infernal Recordings.
MARKLANEGAN
Ιδιαίτερες συστάσεις για τον Mark Lanegan δε χρειάζονται. Εδώ και είκοσι χρόνια,διαθέτει μία από τις καλύτερες – αν όχι την κορυφαία – φωνές της Αμερικάνικης rock and roll σκηνής, μαζί με τον αξέχαστο Jeffrey Lee Pierce, τον David Eugene Edwards και, φυσικά, τον Greg Dulli.
Ιδρυτικό μέλος των Screaming Trees και με πολλαπλές συνεργασίες στο ενεργητικό του, ο Mark Lanegan είναι αναμφισβήτητα ένα από τα μέλη του στενού εκείνου κύκλου που έφτιαξε το μύθο του Seattle (παρότι οι Screaming Trees σχηματίστηκαν στο Ellensburg, μια μικρή πόλη 150 χιλιόμετρα από εκεί) πλάι, στον Kurt Cobain (Nirvana), τον Mark Arm (Mudhoney), τον Eddie Vedder (Pearl Jam), τον Chris Cornell (Soundgarden) και τον Layne Staley (Alice In Chains).
ΟΙ SCREAMING TREES
Στο μουσικό κυκλώνα που ξέσπασε εκεί στη δυτική ακτή στα τέλη της δεκαετίας του ‘80, και ενώ οι περισσότερες μπάντες προσπαθούσαν να αναδομήσουν τα riffs των Black Sabbath και των Stooges για να διαμορφώσουν το δικό τους ήχο, οι Screaming Trees των Mark Lanegan (φωνή), Van Conner (μπάσο) και Gary Lee Conner (κιθάρα) αναμείγνυαν την ψυχεδέλεια των ‘60s με το garage rock των ’70s και το punk των ’80s για να δημιουργήσουν ένα τελείως προσωπικό ύφος που έδειχνε να επηρεάζεται εξ’ ίσου έντονα από τη rock όσο και από τη folk μουσική παράδοση. Αφού κυκλοφόρησαν ορισμένα albums σε μικρές ανεξάρτητες εταιρείες, όπως η SST και η Sub Pop, οι Screaming Trees υπέγραψαν με την Epic Records in 1989. Όμως, μολονότι ήταν μία από τις πρώτες μπάντες του Seattle που πέρασαν σε μεγάλη εταιρεία, δεν κατάφεραν ποτέ να πετύχουν την εμπορική επιτυχία των Nirvana ή των Soundgarden, παρότι – με καθαρά καλλιτεχνικά κριτήρια – ήταν αρκετά ανώτεροι σα συγκρότημα.
Αποκορύφωμα της καριέρας τους, κατά τη διάρκεια της οποίας κυκλοφόρησαν μερικά ακόμα εξαιρετικά albums σαν τα “Even If…. And Especially When”, “Invisible Lantern”, “Buzz Factory”, “Uncle Anesthesia”, ήταν το “Sweet Obllivion” (1992), ενώ πριν διαλυθούν πρόλαβαν να ηχογραφήσουν και το, σχετικά επιτυχημένο εμπορικά, “Dust” (1996), από το οποίο ξεπήδησε και το πιο γνωστό κομμάτι τους, το “Witness”, αλλά και μερικά ακόμα εξαιρετικά τραγούδια, δείγματα του πόσο μεγάλη μπάντα υπήρξαν οι Screaming Trees, όπως το, επίσης πολυ-ακουσμένο single “All I Know”, το “Halo Of Ashes” και το “Make My Mind”.
Η SOLO ΚΑΡΙΕΡΑ
Τα προσωπικά albums του Lanegan διαφέρουν κατά πολύ από τη δουλειά του με τους Screaming Trees. Βασίζονται πολύ περισσότερο στον ακουστικό ήχο και διαπραγματεύονται ορισμένες έντονα προσωπικές αναζητήσεις. Παρά την ευρύτατη κριτική αποδοχή που συναντούσαν, ο Lanegan πάντα αντιμετώπιζε τους Screaming Trees ως πρώτη του προτεραιότητα μέχρι και την οριστική τους διάλυση τον Ιούνιο του 2000.
Ο KURT ΚΑΙΤΟ “WHERE DID YOU SLEEP LAST NIGHT?”
Το πρώτο project που θέλησε να παρουσιάσει ως προσωπική του δουλειά ήταν ένα ΕΡ με διασκευές blues κομματιών που θα γινόταν σε συνεργασία με τους Kurt Cobain και Chris Novoselic των Nirvana. Η συνεργασία όμως αυτή δεν πραγματοποιήθηκε στο τέλος και έτσι το “The Winding Sheet” ηχογραφήθηκε τελικά με τον drummer των Trees, Mark Pickerel, τον κιθαρίστα Mike Johnson (μπασσίστα των Dinosaur Jr), και τον γνωστό παραγωγό Jack Endino
στο μπάσσο. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 1990, και περιείχε μια διασκευή στο κομμάτι του Leadbelly, "Where Did You Sleep Last Night?", ως μοναδικό απομεινάρι από τις πρώτες ηχογραφήσεις με τους Cobain και Novoselic. Ήταν το κομμάτι που αποτέλεσε τη βάση για την ιστορική εκτέλεση που περιλαμβανόταν στο “MTV Unplugged In New York”των Nirvana και έμεινε στην καρδιά όλων ως μία από τις καλύτερες στιγμές του group.
ΟΥΪΣΚΥ ΓΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ....
Παρά τη θετικότατη ανταπόκριση κοινού και κριτικών, χρειάστηκαν 4 χρόνια (μέχρι το 1994) για να κυκλοφορήσει την επόμενη δουλειά του, “Whiskey for the Holy Ghost”, με τον Johnson να φιγουράρει και πάλι σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Πρόκειται για ένα album εξαιρετικά χαμηλών τόνων αλλά πραγματικά συγκλονιστικό. Η μοναδική φωνή του Lanegan βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, συνοδευόμενη – στις περισσότερες των περιπτώσεων – από ακουστικά όργανα, δίνοντας μερικές σπαρακτικές ερμηνείες σε κομμάτια / διαμάντια όπως το “Kingdom Of Rain”, το “Carnival” και το “Riding The Nightingale”.
O Lanegan αφοσιώνεται πια οριστικά στην σόλο καριέρα του – αφού το τέλος των Screaming Trees φαινόταν πια καθαρά στον ορίζοντα - και κυκλοφορεί το 1998 το “Scraps at Midnight”, το οποίο βάδιζε στα χνάρια της προηγούμενης δουλειάς του – με αναμφισβήτο highlight το “Hospital Roll Call” - και έτυχε της ίδιας θετικής ανταπόκρισης. Το επόμενο album του ήρθε πολύ γρηγορότερα απ’ ότι περίμεναν όλοι. Το “I’ll Take Care of You” του 1999 ήταν μια εκπληκτική συλλογή διασκευών που μαρτυρούσε τις προσωπικές επιρροές του μουσικού (από το μεγαλειώδες “Carry Home” των Gun Club και το “Creeping Coastline Of Lights” των Leaving Trains, μέχρι το “Shilo Town” του Tim Hardin και το ομώνυμο κομμάτι του Brook Benton).
ΑΠΟΤΟ “FIELD SONGS” ΣΤΟΥΣ QUEENS OF THE STONE AGE
Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το “Field Songs”, ένα ακόμα σκοτεινό στον ήχο του και, κατά βάση, ακουστικό album, ίσως το καλύτερο της solo καριέρας του (μαζί με το “Whiskey….”), όπου χρησιμοποιεί – για πρώτη φορά – την προσθήκη γυναικείων backing vocals στο απερίγραπτης ομορφιάς “No Easy Action”, προσφέροντας επιπλέον μερικά ακόμα θαυμάσια τραγούδια, τα οποία με ευκολία συμπεριλαμβάνονται στα καλύτερα που έχει γράψει ποτέ, όπως το ομώνυμο, το “Don’t Forget Me”, το “One Way Street” και το “Low”.
Παράλληλα, ξεκίνησε τη συνεργασία του με τους Queens Of The Stone Age και το 2004 κυκλοφόρησε το πιο πρόσφατο album του, “Bubblegum”, με τη συμμετοχή του Josh Homme, της P.J. Harvey και, ποιου άλλου, του Greg Dulli. Με διαφορά το πιο ηλεκτρικό, όσον αφορά στον ήχο του, από όσα έχει ηχογραφήσει στη, μέχρι τώρα, προσωπική του καριέρα, περιέχει μερικά πολύ δυναμικά κομμάτια, όπως τα singles “Hit The City”, “Sideways In Reverse” και “Methamphetamine Blues” (αυτό πρωτο-εμφανίστηκε στο EP, “Here comes that weird chill”), χωρίς να λείπουν και τα πιο χαμηλότονα bluesy τραγούδια, σαν το “Like Little Willie John”.
Στα τέλη του 2005 κυκλοφόρησε μια συνεργασία του με την Isobel Campbell (πρώην Belle and Sebastian και Gentle Waves), το – υποψήφιο για το Mercury Prize – “Ballad Of The Broken Seas”.
Μέσα στο 2008 κυκλοφόρησε και το δεύτερο album / συνεργασία με την Campbell με τίτλο “Sunday At Devil Dirt”.
www.theguttertwins.com
www.myspace.com/theguttertwins
Δελτίο Τύπου |