Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

Primavera Sound 10, Barcelona - 2nd DAY (Best Coast, SPOON, CocoRosie, Beach House, PIXIES, Japandroids, etc)

14/6/2010

Primavera Sound 10, Barcelona

27th to 29thMay 2010

(πράξη 2η)

2nd DAY

To read about the 1st Day clich here

Τη 2η μέρα του φεστιβάλ για κάποιο λόγω αργήσαμε λίγο παραπάνω, μ’ αποτέλεσμα να μη προλάβουμε να δούμε ούτε τους New Pornographers που άνοιγαν τη σκηνή της “San Miguel”, αλλά ούτε και τον συμπαθέστατο Owen Pallet ο οποίος εγκαινίαζε τη σκηνή του “Rockdelux (Auditori)”. Άλλωστε, η εμφάνισή του στις 16:00, παρουσιάζοντας το “Final Fantasy” ήταν απαγορευτικά νωρίς για κάποιον που σκοπεύει να το ξημερώσει.

Οπότε, αρκεστήκαμε σε βόλτες γνωριμίας, πίνοντας ζεστό cappuccino (κρύο καφέ άραγε δε πίνουν στο εξωτερικό?) κι ακούγοντας πιο περιφερειακά διάφορες μπάντες. Πρώτη στάση στους Best Coast. Διασκεδαστική surf pop με ολίγον rock’n’roll γκομενοκατάσταση, με τα γυναικεία φωνητικά να τραγουδάνε το ίδιο καψούρικο ρεφρέν δεκαπέντε φορές το λεπτό. Μετέπειτα στους Ισπανούς Nueva Volcano, που δυσκολεύομαι ν’ ακολουθήσω, κυρίως λόγο γλώσσας, καθότι τρομάρα μου αγγλομαθής. Τρίτη στάση Scout Niblet. Ενδιαφέρον περίπτωση ακατέργαστου και ολίγον τι φευγάτου rock, αλλά κάτι μ’ εκνευρίζει στη τύπισσα που τραγουδάει. Αποφασίζουμε να πιούμε την πρώτη μας σοβαρή μπύρα υπό τους ήχους των Spoon, οι οποίοι στις 20:20 ξεκινάνe το σετ τους. Ακριβείς στην ώρα τους, όπως και το 98% των συγκροτημάτων και καλλιτεχνών, παρουσιάζουν μια σειρά σφιχτοδεμένων συνθέσεων, και παρότι επιθυμώ να κατευθυνθώ προς την “ATP” όπου την ίδια ώρα εμφανίζονται οι Beak, αποφασίζω να κάτσω λίγο παραπάνω. Το κουαρτέτο από το Austin του Texas μ’ αρέσει, παρότι δεν έτυχε ποτέ να παρακολουθήσω ιδιαίτερα τη δισκογραφία τους. Τελευταία στιγμή ανοίγω βηματισμό και για τους Beak, το side project του Geoff Barrow των Portishead. Προλαβαίνουμε δυο κομμάτια, όπου είναι φανερή η post διάθεση και οι kraut πινελιές, τις οποίες συναντάμε και στο τελευταίο εξαίρετο LP των Portishead. Ο Μάικ, φίλος από την… Κομοτηνή, ο οποίος παρακολουθεί ολόκληρο το σετ της μπάντας, δηλώνει κατενθουσιασμένος, και δεν έχω κανένα λόγω να μην τον πιστέψω.

21:10 και κατευθύνομαι προς τη μεγάλη σκηνή της “Ray-Ban”, όπου στις 21:25 εμφανίζονται οι αγαπητές (σ’ άλλους απωθητικές) CocoRosie. Συγκεντρώνεται αρκετός (περισσότερος απ’ ότι περίμενα) κόσμος, και στη σκηνή κάνουν εμφάνιση οι δυο αέρινες και γλυκές παρουσίες των CocoRosie, συνοδεία ενός beat maker (ξέρετε, ο τύπος που δημιουργεί ήχους και μπιτ μ’ ένα μικρόφωνο και το στόμα του), ενός ντράμερ και ενός πληκτρά – πολυοργανίστα. Ο ήχος τους, περισσότερο πλούσιος από τη lo-fi αισθητική τους, ενώ η σκηνική παρουσία των κοριτσιών απλά υπέροχη. Εξωτικός και συνάμα σύγχρονος ήχος, με τα δεκάδες οργανάκια και τις εναλλαγές φωνητικών να δημιουργούν ένα ευφάνταστο σκηνικό. Το τεράστιο της σκηνής ίσως δε τους ταιριάζει απόλυτα, ενώ τα οπερετικά φωνητικά της μιας κοπέλας είναι φορές που νομίζω ότι κουράζουν. Μικρή κοιλιά, αλλά εν τέλει μια αρκετά ενδιαφέρουσα κι εκλεκτική εμφάνιση, με τραγούδια απ’ όλα τα άλμπουμ των μικρών ξωτικών, που στιγμές έχεις την αίσθηση ότι τα δάκρυα που κυλάνε στα μάγουλά τους, δεν είναι μόνο ζωγραφιστά.

Λίγα μέτρα παραπέρα, στη σκηνή του “ATP”, την ίδια περίπου ώρα με τις CocoRosie, μου μεταφέρουν ότι οι Beach House έχουν συγκεντρώσει ασφυκτικά και παραδόξως πολύ κόσμο. Δυστυχώς δε προλαβαίνω ούτε ένα track τους. Λόγια για την εμφάνιση τους, ανάμικτα, οπότε, περί ορέξεως λέω.

Λίγο πριν τις 23:00 και με τα βρώμικα και τις μπύρες να πηγαινοέρχονται διαρκώς, δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή νομίζω, από το να παρακολουθήσει κανείς τους πιτσιρικάδες Japandroids. Το ντουέτο από τον Καναδά ξεκινά στη σκηνή του “Pitchfork”, και το λιτό αλλά εκρηκτικό πακέτο ντραμς – κιθάρα έρχεται να μας πάρει τα μυαλά. Ακατέργαστο βρώμικο punk – rock, επιθετικό αλλά καθόλου προσβλητικό για τη μέση νοημοσύνη. Φιλικοί στις συστάσεις και καθόλου αποστασιοποιημένοι, παρουσιάζουν μανιασμένα τα περισσότερα κομμάτια από το ντεμπούτο άλμπουμ τους, και μένα με κάνουν να συνειδητοποιώ ότι διανύω τα πρώτα «αντα», ακούγοντας να τραγουδάν “We Used To Dream, Now We Worry About Dying, I Don’t Wanna Worry About Dying, I Just Wanna Worry About Sunshine Girls”…

Ένας ακόμη, σχετικά πιτσιρικάς, από την άλλη άκρη του ατλαντικού, και πιο συγκεκριμένα από τη Νέα Υόρκη, παρουσιάζει το δικό του σετ τραγουδιών στη σκηνή του “Vice”. Ένα από τ’ αγαπημένα παιδιά των κριτικών και βασικό μέλος των Animal Collective, προσφέρει στο σχετικά αμήχανο στιγμές κοινό, ένα ιδιόμορφο μείγμα folk, pop και πειραγμένης techno. Ο Panda Bear, μπροστά από έναν πάγκο όπου φιλοξενεί τα μηχανήματα και το laptop του, έχοντας παράλληλα παραμάσχαλα και μια κιθάρα, μου βγάζει κάτι ιδιαίτερα θελκτικό, και τις στιγμές που ανεβάζει τους ρυθμούς και τις ταχύτητες, αποφεύγοντας τις εσωστρεφείς στιγμές του, νομίζω ότι είναι πραγματικά απολαυστικός.

Επίσης από την Νέα Υόρκη, αλλά στη σκηνή του “Pitchfork” αυτή τη φορά, τρέχουμε να προλάβουμε, έστω 2-3 τραγούδια των Cold Cave, από τα πρόσφατα καλούδια της Matador και αγαπητά παιδιά της dark σκηνής. Pop, EBM, new wave και φανερά παιδιά των Joy Division και των λοιπών μαυροφορεμένων, ακούγονται ενδιαφέρον live, αλλά τα μόλις δυο κομμάτια που προλαβαίνουμε, δεν επαρκούν για ασφαλή συμπεράσματα.

Επόμενη στάση, “San Miguel” και Pixies. Χιλιάδες κόσμου και ιδιαίτερα θερμό κοινό, τραγουδά με τη θρυλική τετράδα κομμάτια που λίγο πολύ τα χουμε όλοι μας ακούσει ουκ ολίγες φορές. Πιάνω αρκετά classics να τραγουδά ο Frank Black, αλλά για κάποιο λόγω αδυνατώ ν’ ακολουθήσω. Δε ξέρω, αλλά θα προτιμούσα να τους δω πριν δεκαπέντε χρόνια. Προτιμώ να διασκεδάσω με τους Major Laser.

Ragga, breakbeat, electro και ένα κοινό, που παρότι μικρό, αλαλάζει και χορεύει στους ρυθμούς των Major Laser, οι οποίοι σίγουρα δε διεκδικούν δάφνες ποιότητας, αλλά σε κάνουν να γελάς και να παρασύρεσαι από το φτηνιάρικο show τους και την προστυχιά τους. Για λίγη ώρα έχουν χαβαλέ, αλλά ως εκεί. Επόμενη στάση, “Vice” stage.

Από τις ελάχιστες φορές που καθυστέρησε κάποιο live, κι όταν λέμε καθυστέρηση μη φανταστείτε τα ελληνικά ακαδημαϊκά 45 – 50 λεπτά, ήταν αυτό των Yeasayer, στους οποίους μάλιστα πήγα με ιδιαίτερα καλές προσδοκίες. Λίγο το συμπαθητικό πρόσφατο άλμπουμ τους, λίγο τα σχόλια που κατά καιρούς διάβασα γι’ αυτούς, μ’ έκαναν να περιμένω με ιδιαίτερη ανυπομονησία μπορώ να πω αυτή τους την εμφάνιση. Έλα όμως που το πολυμελές σχήμα από το Brooklyn, μ’ άφησε παγερά αδιάφορο. ‘Η μάλλον όχι αδιάφορο, κάτι χειρότερο, μ’ εκνεύρισε. Ενώ σκηνικά στεκότανε σχετικά καλά, λίγο το μπλαζέ υφάκι του τραγουδιστή, λίγο οι εκτελέσεις που ακουγόταν σα ν’ ακούς τους Take That στα πιο ψαγμένα τους, μ’ έκαναν ν’ αναχωρήσω στο τέταρτο τραγούδι. Οι Scissor Sisters μπροστά τους ακούγονται σα σκληροτράχηλη punk μπάντα. Ας είναι.

Η ώρα έχει πάει 03:10 και εδώ και λίγα λεπτά, ενώ περιμένω τη σειρά μου σε μια από τις…φιλόξενες χημικές τουαλέτες του φεστιβάλ, ακούω στο βάθος ένα απίστευτο σφυροκόπημα και έναν εκκωφαντικό θα έλεγα θόρυβο. Η αλήθεια είναι ότι τους Bloody Beetroots Death Crew 77 δεν τους είχα ακούσει ιδιαίτερα, πέραν ενός-δυο track, κι αυτό που είδα μπροστά μου, πλησιάζοντας τη σκηνή της “Ray-Ban”, ομολογώ πως δε το πολυπερίμενα. Σκηνές ιεροτελεστίας και απίστευτης βίας επί σκηνής. Το κοινό στην αρένα να ωρύεται, στις αμφιθεατρικές κερκίδες να κοιτάει αποσβολωμένο. Κάτι μεταξύ Slipnkot και Justice μου έφερνε η όλη σκηνική παρουσία, και ο ήχος ένα μπαστάρδεμα industrial punk και electro techno σφυροκοπήματος. Τρία άτομα επί σκηνής να χτυπιούνται ανελέητα, ενώ η ενδυμασία και οι μάσκες των μελών, θύμιζαν δήμιους έτοιμους να πάρουν κεφάλια. Ωστόσο, η αρχική θετική και συνάμα αμήχανη εντύπωση που μου δημιουργήθηκε, άρχισε να υποχωρεί και να με ενοχλεί το πομπώδες και υπερβολικό, τόσο της εμφάνισης, όσο και της μουσικής αλλά και του όλου ύφους. Λίγο μετά τις 04:00, η κούραση ξανακερδίζει το παιχνίδι, και ο δρόμος της επιστροφής ανοίγει μπρος μας. Μετανιώνω λίγο που δε πρόλαβα τους Wilco, έστω για ένα-δυο track, και ενθυμούμαι ξανά τoν Marc Almond, μπροστά σε λίγο σχετικά κόσμο για τα δεδομένα του Primavera, να τραγουδά με βαμμένο σκούρο το μαλλί… “Say Hello, Wave Goodbye”.

Άρης Μπούρας

Live
MOGWAI, KWOON
25/1/2012
ULVER
26/11/11
KILIMANJARO DARKJAZZ ENSEMBLE, THE MOUNT FUJI DOOMJAZZ CORPORATION
11/11/2011
PULP
27/5/2011
NO AGE, Background Noise Suppression
27/4/2011
God Is An Astronaut, Absent Without Leave–
6/2/2011
MARK LANEGAN, ISOBEL CAMPBELL
12/12/2010
THESE NEW PURITANS, Plissken festival
5/12/2010
ARCADE FIRE, FUCKED UP
28/11/2010
CAMERA OBSCURA, FIVE STAR HOTEL , KAPPA
29/10/2010