|
|
|
|
NO AGE, Background Noise Suppression
|
“Οι συνεχείς βλάβες που υφίστανται τα αυτιά από ήχους μεγάλης έντασης οδηγούν σε μη ανατρέψιμη απώλεια των αισθητήριων κυττάρων στο αυτί που αντιλαμβάνονται τον ήχο. Η σταδιακή απώλεια ακοής επηρεάζει την αντίληψη της ομιλίας του ατόμου από τον ίδιο, μειώνει την αντίληψη των ηχητικών προειδοποιητικών μηνυμάτων, αυξάνει τον κίνδυνο για ατυχήματα, προσβολή από κατάθλιψη και κοινωνική απομόνωση”.
Κάτι τέτοια διαβάζω τελευταία, κι αναλογιζόμενος ότι εδώ και δυο ημέρες στη δουλειά, απαντάω με την τρίτη σε συναδέλφους, μου έρχονται στο κεφάλι βιβλία και διαφόρων ειδών αντικείμενα, ενώ παράλληλα προτιμώ τον εγκλεισμό στο σπίτι, απ’ το να ξεκινήσω με το πέρας της ημέρας αναίτια και άσκοπα νυχτοπερπατήματα, συνοδεία πάσης φύσεως εδεσμάτων και αλκοόλης, αρχίζω να αναρωτιέμαι μήπως τελικά, το συνεχές βουητό που ακούω στα αυτιά μου εν ώρα ησυχίας, δεν είναι και τόσο αμελητέο. Θυμάμαι, ξύνοντας απορημένος την κεφαλήν μου, πότε ήτανε η πρώτη φορά όπου συνέβη κάτι αντίστοιχο και ανάλογες φοβικές σκέψεις αρχίσανε να κουτουλάνε στο μυαλό μου. Μέσα προς τέλη δεκαετίας ’90 πρέπει να ήτανε, όταν και βγαίνοντας από τον - τότε θρυλικό - Μύλο και συγκεκριμένα από το stage της Αποθήκης, τσιρίζανε και ουρλιάζαν μανιασμένα μετέπειτα, για ουκ ολίγες ημέρες μπορώ να πω, μες στο ανώτερο άκρο του σώματός μου, δεκάδες αχαλίνωτες μελωδίες. The Ideal Crash. Οι dEUS, ίσως ήτανε και οι πρώτοι που μου σπείρανε αυτό το υποχονδριακό σποράκι σκέψης.
Έκτοτε περάσανε εκατοντάδες live, άλλα χαμηλότονα, άλλα μετρίου αναστήματος κι άλλα αντίστοιχης δυναμικότητας, μεγαλώνοντας το καρνέ και κάνοντας την αφεντιά μας να κορδώνεται, σαν το λεβεντομαλάκα που μόλις έριξε μια ακόμη ερωμένη στο κρεβάτι του. Την Τετάρτη που μας πέρασε, όντας πλέον νηφάλιος - είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά - έχω την αίσθηση ότι παρέστη σε μια αντίστοιχης δυναμικότητας βραδιά, κάνοντας με να διπλοσκεφτώ, ότι οι χίπστερς που πετύχαινα πέρσι στο Primavera Φέστιβαλ, με τις φωσφοριζέ ωτοασπίδες τους κρεμάμενες, να μην ήτανε τελικά και τόσο φλώροι.
Φτάνοντας λίγο μετά τις 21:00 στην ευρύτερη περιοχή των Λαδάδικων και συγκεκριμένα στο Γαία Live, αντίκρισα το αποκαρδιωτικό θέαμα των 25-30 ατόμων, αλλά η αργή και σταθερή προσέλευση ατόμων, καθησύχασε κάπως τα πράματα και επιδοθήκαμε στο καθιερωμένο shopping therapy, με τα t-shirt και το - εξαιρετικό - περσινό άλμπουμ των No Age να έχουν την τιμητική τους. Deluxe LP με 48σέλιδο βιβλίο τεραστίων διαστάσεων, δε ‘ναι κι άσχημα.
Λίγο πριν τις 22:00 έρχεται η ώρα του σαπόρτ, με τους Background Noise Suppression να ανεβαίνουνε στη σκηνή, αντικαθιστώντας τους Semen of The Sun, οι οποίοι για κάποιο λόγο, δεν κατάφεραν να παρευρεθούν ποτέ. Μικρό το κακό. Όσο γι’ αυτό καθαυτό το σαπόρτ, άλλοτε μου φέρνει στο μυαλό post punk μπασογραμμές και κιθάρες Βρετανικής κοπιάς, απ’ τα (πολύ) παλιά, άλλοτε αμερικάνικο ροκ των nineties, άλλοτε διαρρέουν κάτι old classic rock πινελιές, κι εκεί κάπου, παίρνεις το δρόμο για άλλα μέρη κι άλλες πολιτείες - τύπου τουαλέτα, μπαρ και τα συναφή.
Στα συν της βραδιάς τώρα, κάτι στο οποίο σταθήκαμε και παρατηρήσαμε αρκετοί εκ των παρευρισκομένων, ήτανε το γεγονός ότι η συναυλία κινούνταν σε χρονικά όρια και πλαίσια σχετικά φυσιολογικά για τα ελληνικά δεδομένα και άκρως επιθυμητά - λογικά, σε αντίθεση με την αντίστοιχη, πρόσφατη βραδιά των Motorama, όπου οι Ρώσοι εμφανίστηκαν μετά τις 12 το βράδυ. Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μας να το λέμε, σε συναυλία πηγαίνουμε, δε χρειάζεται να φεύγουμε κάθε φορά για τα σπίτια μας στις τρεις η ώρα το πρωί, νισάφι πια μ’ αυτό το θέμα στα ελληνικά συναυλιακά πεπραγμένα.
Κι έρχεται η ώρα και η στιγμή, όπου το περίφημο πλέον ντουέτο από το Los Angeles της California, καμάρι της Sub Pop, αποφασίζει να αναλάβει δράση, έχοντας συνοδεία έναν ακόμη μουσικό στην παρέα, o oποίος με το μουστάκι του, την μαύρη καμπαρντίνα και το καρικατούρικο παρουσιαστικό του, νομίζεις ότι την έχει κάνει σκαστός από κάποια ταινία του Tim Burton. Μια κονσόλα με “παιχνιδάκια” μπροστά του, δίνοντας βάθος στο ακατέργαστο δίπτυχο κιθάρα - ντραμς, με δεξιά αυτού τον Randy Randall , έτοιμο να πατήσει γκάζι και να βάλει για τα καλά μπρος τη στιβαρή του κιθάρα, ενώ κέντρο καράκεντρο ο τραγουδιστής και ντράμερ Dean Allen Spunt .Από κει κι έπειτα, το χάος. Ανελέητο σφυροκόπημα χωρίς περιστροφές, συνεχής εναλλαγή κομματιών που δε σ’ αφήνει στιγμή να πάρεις ανάσα. Μάταια προσπαθείς να πάρεις ένα τόσο δα βλεμματάκι συμπαράστασης από τον διπλανό σου. Ο κόσμος ζεσταίνεται αρκετά, ακολουθεί άλλοτε εγκάρδια κι άλλοτε αποσβολωμένος, ενώ δε κρύβω, από ένα σημείο και μετά, αρχίζουνε και οι πρώτες απώλειες, με κάποιους να μην αντέχουν την εκκωφαντικά δυνατή ένταση της μουσικής. Ο χώρος ιδανικός, μισογεμάτος, αν και το χαμηλό σχετικά αντίτιμο του εισιτηρίου (17 ευρώ) ίσως μπορούσε να προσελκύσει περισσότερο κόσμο. Who cares όμως επί του παρόντος.
Από κει κι έπειτα, νομίζω θα μπορούσα να γράφω ώρες για το μουσικό μέρος της βραδιάς και την εμφάνιση των Αμερικανών, αλλά συνάμα νιώθω να φαντάζει μάταιο. Η ένταση, οι συναισθηματικές δονήσεις, η αρτιότητα του group και το εκτελεστικό τους πάθος, εγκλωβίζουν κάθε περαιτέρω ανάλυση. Και πόσο δύσκολο να τραγουδάς και να χειρίζεσαι ταυτόχρονα έτσι τα ντραμς, ο μοντιέ!
Η μια ώρα και κάτι, αναλογιζόμενοι τη μικρή μέσο όρο διάρκεια των κομματιών τους, υπέρ αρκετή, για μια μπάντα που στέκει επί σκηνής με εκπληκτική αβρότητα, την ίδια ώρα που σε γαζώνει με επαναλαμβανόμενες ριπές. Άψογοι επαγγελματίες, απόλυτα φιλικοί και προσιτοί, χωρίς ποζεριλίκια και δήθεν μου τάχα περισπούδαστο ύφος, οι No Age επισκέπτονται - όσο κλισέ κι αν ακούγεται - τη χώρα μας, στην καλύτερη ίσως χρονικά στιγμή της καριέρας τους, προσφέροντας μια βραδιά που συναυλιακά - νομίζω είχε καιρό να δει η Θεσσαλονίκη.
http://noagela.blogspot.com/
http://twitter.com/#!/noagela
http://twitter.com/#!/aresburas
Άρης Μπούρας |