|
|
|
|
HOT RAIL
|
Οι Calexico είναι ένα σπουδαίο group που πήρε το όνομά του από την μουσική συνένωση 2 γεωγραφικών περιοχών. Του ΚΑΛοχωρίου Καστοριάς και του μυθιστορηματικού KωσταλΕΧΙΚΟυ. Παρ´ όλα αυτά οι ξενομανείς το γράφουν με λατινικά δυσανάγνωστα γράμματα, προδίδοντας την ιστορία του τόπου μας. Μάλιστα κάποιοι από τους παραχαράκτες της ιστορίας και χαράκτες βιογραφικων σημειωμάτων προσπαθούν να παραπλανήσουν ομλώντας για Καλιφόρνιες και ΜΕΧΙCO και τρίχες κατσαρές, ενώ πρόκειται για τρομπέτες Κατσαρού. Αγνοώντας τους καλοθελητές οι Calexico τιμώντας την σύντομη ιστορία, την άμεσα εμποτισμένη με τον απόηχο της γιγάντιας άμμου (Giant Sand), κατάφεραν και προσπέρασαν τα όποια γεωγραφικά χαρακτηριστικά και δημιούργησαν κάτι το ανεπανάληπτο. Ο τρίτος τους δίσκος, Hot rail, μετά και από την τρομερή επιτυχία που γνωρισε η 2η δουλειά τους, ήρθε να πλάσει κάτι το μοναδικό. Και γενικά είναι ευτύχημα ότι ο δίκσος τους κυκλοφόρησε λίγο πριν από τις 2 συναυλίες τους στην Ελλάδα (26 & 27 Μαϊου), και έτσι πολύς κόσμος πήγε διαβασμένος. Για να μην μακρυγορώ επισημαίνω 2 απλά πραγματάκια: 1) Ο δίσκος είναι killer 2) Όσο και αν σας ακούγεται υπερβολικό είναι καλύτερος και από το προηγούμενο άλμπουμ τους (που προσφατα επανακυκλοφόρησε) Να πώ και ένα τρίτο: Πρόκειται για έναν από τους καλύτερους δίσκους του 2000 και όχι μόνο. Οι Calexico δεν αποχωρίστηκαν τα προηγούμενα στοιχεία τους, αλλά τα τελειοποίησαν τόσο πολύ, που πραγματικά ξαφνιάζεσαι. Και το αρχικό βαλσάκι, el picador, είναι γνώριμο, αλλά το σόλο σε πλαστική χορδή της κλασικής κιθάρας είναι το κάτι άλλο, αυτό που κάνει τους Calexico να απέχουν από κάθε ξενέρωμα για λάτιν εκμετάλλευση. Και το τρομερό ballad of cable Hogue, ρυθμικό με διφωνία ανδρικών-γυναικείων, αγγλικών-γαλλικών σε στέλνουν όπου θέλεις. Open ticket no return, και αν σε παίρνει γύρνα. Μία σιέστα για πρωί μεθυσμένο είναι το σύντομο ritual road map, με αυτοκίνητο σε κατηφόρα με νεκρό και κλειδωμένο τιμόνι. Κανείς δεν χάνεται, ισιάδι, άμμος, κάψα, καπέλο και το βασικό ο χάρτης σου είναι σκισμένος και οδηγεί σε διασταύρωση της οδού από το πουθενά στο παντού, με τρεις λωρίδες!! Ας διαλέξω μετά, εδώ δεν χάθηκε ο κόσμος, εμείς θα χαθούμε; Το σχεδόν οκτάλεπτο fade, είναι άνευ αντιπάλου αγώνας του Sena σε γκραν-πρι της Βραζιλίας. Ξεγελαστικό, παρακμιακό, μελαγχωλικό, παραπάτημα με πιατινάκια αργά κτυπημένα, τρομπετίτσα από τον διπλανό φωταγωγό ακουγόμενη και φωνητικά ενός ρέμπελου, που σιγοτραγουδάει καθώς βάζει τις λιωμένες κίτρινες!! καλτσες του. Το μεγαλείο της αδιαφορίας με ένα κοντραμπάσο ως στήριγμα για το παντελόνι, που το πέταξες πριν ξεράσεις στο χαλί, και έπεσες και σηκώθηκες, και σε πήρε ο ύπνος και με κεφάλι βαρύ σαν το αμόνι που σου κτυπά ο Ήφαιστος έχεις όρεξη για πρωινή βολτούλα. Και ξάφνου το δοξάρι σου πετά το παντελόνι από το κοντραμπάσο, και να οι κιθάρες και να τα τύμπανα και να το τζαζέ που έψαχνες, ομιχλώδες τοπίο στο καταμεσήμερο, χάλασαν οι εποχές και δώστου κι άλλο. Καταπληκτικό, και εσύ ακόμη τραγουδάς ξανά πεσμένος στο πάτωμα, χωρίς να θυμάσαι πότε ήπιες (πριν ή μετά που έφαγες το σκουλήκι). Τα χωρίς τίτλο, είναι σαν τα χαρούμενα όνειρα που δεν συγκρατε΄ς μέχρι να έρθει το πρωί. Τέτοιο είναι το Untitled III, όπου μπορείς και κοιτάς θαρρετά τη μοίρα σου υπερήφανα, χωρίς διαπραγμάτευση και ρουσφέτια. Τέτοιος είμαι, θέλω να ακούω το πιτσικάτο των ογκωδών εγχόρδων και του μαυριμένου από την πολυκαιρία ξύλινου αρμόνιου, με τους μικρούς φυσητήρες, που μικρός έφτυνα μέσα για να μην παίξει ο θείος μου στη γιορτή του μπαμπά μου. Όταν η μελαγχολία ενηλικιώνεται. Και να το αγέρι από το ορμητικό sonic wind, με ακουστική κιθάρα, και ακόρντα, και καμπανούλες ως υποστηρικτές ρυθμού και απαγγελία για τον άνεμο που ντύνει την άδεια σου γωνία, λίγο πριν στρίψεις με το ξεκούμπωτο λεπτό μπουφανάκι σου, για να σε βρει, να στριφογυρίσει πάνω σου και να χαθεί σαν το χαρτί στο βιντεοσκοπημένο αποσπασμα από το American Beauty. Πιο οικείο και πιο μελαγχολικό, και πιο γλυκό και πιο τρυφερό, το Muleta, με βιολί και κιθαρίτσα για να σηκωθεί να χορέψει η αγαπημένη σου θεία, που δακρίζει καθώς θυμάται τα χρόνια που έφυγαν, με μία αναπάντεχη τρομπέτα εξαγνισμού, ενώ εσύ βάζεις την ακουστική κιθάρα στο βίσμα, για να δυναμώσει και να κεράσει απλόχερα γοητεία σε όλους. To mid town είναι από τα πιο σπουδαία σημεία του δίσκου. Ένα επαλαμβανόμενο άρπισμα που διακόπτεται από ντέφια και δυνατά κτυπήματα σε άδεια μεγάλα τύμπανα, σαν τα βαρέλια που κτυπούσες πίτσιρίκι με τη μικρή σου βέργα. Το άρπισμα ακούραστο και τα τύμπανα κατά ριπάς σε άτακτα και τακτά διαστήματα, μέχρι να σου πέσουνε κάτω τα ξυλάκια. Service and repair για τη συνέχεια, στην απλότητα του αμερικάνικου lo-fi, με την γνώριμη φωνή που δίνει παράσταση για τον εαυτό της, με απλή συνοδεία κιθάρας, μπάσου και ντραμς,απλή όμως, λιτή και απέρριτη συνοδεία, μέχρι τις μικρές παρηχήσεις των λεπτών χορδών, που ανοίγουν χαραμάδες για να πέσουν αχτίδες και στον πισω τοίχο, που φυλάς ακόμη τα σχολικά σου βιβλία. Άλλο ένα ονειρικό untitled, το ΙΙ αυτή τη φορά έρχεται να σε κάνει να σηκώσεις το βλέμα σου προς τα ταχύτατα κινούμενα συννεφα, που δεν σου επιτρέπουν να αναγνωρίσεις κανένα από τα χιλιάδες σχήματα που αέναα δημιουργούν. Στροβιλισμός σκέψης σε αργό τέμπο, παρόμοιο με το προηγούμενο untitled, αλλά με το μπασο ως αντίκα ραβδοσκόπο. Ανεπανάληπτο νεύρο στο drenched, στην αρχή λυσοκτυπώντας από όλη την κιθάρα μία μόνο της χορδή, για να αφεθείς σε μία πανέμορφη μελωδία μίας βόλτας στους αγρούς με γουόκμαν και 2 ακουστικά με μακρύ καλώδιο. Μπορεί όλα τα τοπία να σου μοιάζουν του νοτου των Πολιτειών, αλλά τι σε νοιάζει ρε φίλε, είναι όνειρο και είναι και ξεκούραστα, και δεν κυκλοφορεί τίποτε στον ορίζοντα. Το 16 track scratch είναι ιεροτελεστία σε πλημμυρισμένες δενδροκαλλιέργειες, σύντομη μεν πολυποίκιλη δε, με πολλούς περίεργους ήχους, και κύμβαλα και άλλα μη αναγνωρίσιμα. Γιορταστικό το επόμενο τραγούδι, το tres amicos, 3 φίλοι από τα παλιά που έπιασαν τρομπέτα και κιθάρα και βιολί, και μαζί με άλλους έγιναν μία κεφάτη παρέα για να δημιοργήσουν άλλο ένα ταξιδιάρικο βαλς, με χλιαρά και έντονα στοιχεία, με περιστροφές μακριάς πλουμιστής φούστας και κορδωμένου μορφωνιού με άσπρο κολλητό πουκάμισο. Εικόνες ντεσπεράντο και μαριάτσι, που είναι απορίας άξιο το ότι σε κερδίζουν, σε μαγεύουν σε συγκινούν, σε καταπλήσουν και σε κάνουν να χειροκροτήσεις ενθουσιασμένος στο φινάλε. Ένα φινάλε με το ομώνυμο με τον δίσκο hot rail, μία τετράλεπτη ηχητική αποτύπωση του δειλινού, με φωνές αποχαιρετιστήριες, τραίνα που περνούν, μπρίκι που αφέθηκε στη ζεστή στάχτη και κιθαρούλα, που σου παίζουν γυρνώντας σου την πλάτη, σαν βακέρος που προτιμούν να αγναντεύουν τα ζωντανά και τα κουδούνια τους. Όταν η νοσταλγία στολίζεται, τότε αρωματίζεται με την υπέροχη μουσική των Calexico. ΈΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΕΊΝΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΔΙΣΚΟΣ. ΠΑΝΕΜΟΡΦΟΣ και στέρεψαν όλα τα επίθετα, σαν τα πηγάδια στα ηλιοκαμμένα χωράφια
Κυριάκος Σκορδάς |