|
|
|
|
ALL SAINTS
|
Collected instrumentals και ασυμμάζευτα θα έλεγα. Μια δουλειά λοιπόν του DAVID BOWIE με αρκετά ανέκδοτα τραγούδια σε ινστρουμένταλ μορφή, μια ομάδα από μια σειρά τραγουδιών που δημιούργησε και ηχογράφησε ο BOWIE για προσωπικούς λόγους. Και τονίζεται ότι αποτελεί τμήμα αυτών των τραγουδιών, όχι να σας προϊδεάσω ότι πιθανόν αργότερα να βγούνε και άλλα τέτοια, αλλά για το γεγονός ότι ως τμήμα απέχουν πιθανόν από το αρχικό κλίμα ή τον στόχο της δημιουργίας τους. Αυτό όμως το σχόλιο ανήκει στη σφαίρα των υποθέσεων, για αυτό και μπορείτε να το αγνοήσετε. Οι συνθέσεις τώρα. Καταρχήν, νομίζω ότι σε όλους σας είναι γνωστό ή έστω αντιληπτό ότι ο BOWIE υπήρξε προφήτης αλλά και μάρτυρας σε δεκάδες μορφές και λαγούμια της ηλεκτρονικής μουσικής, ώστε θα ήταν ατυχές οποιαδήποτε χρήση της πλεονάζουσας ορολογίας σχετικά με τις μορφές της σύγχρονης ηλεκτρονικής μουσικής για να προσεγγίσουμε το απύθμενο δημιουργικό ταλέντο του BOWIE. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι ούτε ο ίδιος όταν τα ηχογραφούσε για να τα κάνει χριστουγεννιάτικο δώρο σε έναν φίλο του, το έκανε για να προστεθούν στην έως τώρα πλούσια δισκογραφία του, σκιαγραφούν το σκοτεινό προσωπικό στοιχείο, και τον ορίζοντα του πειραματισμού όπου περικλείεται το ύφος των instrumentals του. Η πρώτη τριάδα των κομματιών, με πολλά κιθαριστικά στοιχεία αποτελούν από μόνα τους ξεχωριστά σημάδια, πριν σηματοδοτηθεί η χαοτική αναζήτηση σε περίπλοκες συνθέσεις, όπου ο ρυθμός σιγά σιγά υποχωρεί για να αναπνεύσει το άυλο, να ξεχειλίσει ο άνεμος και να αναδευτεί η σκέψη. Ασφαλώς το ομώνυμο ALL SAINTS αποτελεί από μόνο του μια σπουδαία σύνθεση, που θα ζήλευε και θα αγαπούσε παράφορα ο DJ Crash ή οι Red Snapper (2 σπουδαία ονόματα της σύγχρονης μουσικής). Και το πρώτο κομμάτι a new career in a new town είναι αρκετά ξεχωριστό. Το βαρύτερο, με τα στοιχεία της φύσης να σε καλούνε Sense of no doubt, έχει επίσης πιο αξιοπρόσεκτη αυτόνομη παρουσία. Από κει και πέρα τα κομμάτια διακρίνονται για πλεόνασμα μινιμαλισμού, ατμοσφαιρικά κατά βάση που αφήνουν πολλά περιθώρια στη σκέψη να αναζητήσει μορφές αναγνωρίσιμες ή σχήματα με code access για να εντυπώσει συναισθήματα πάνω τους ή απλά να παρακολουθήσει διαδρομές, όχι ιδιαίτερα δαιδαλώδεις. Τελικά ίσως αυτός ο δίσκος να δείχνει γιατί ο BOWIE αγάπησε και αμφίδρομα η μουσική του έγινε αγαπητή και σεβαστή από τoυς B. Eno, R. Sakamoto, αλλά και τονίζει μια έντονη μουσική συγγένεια στη σκέψη μεγάλων δημιουργών, τόσο της παγκόσμιας σύγχρονης προσωπικότητας σαν του Bill Laswell, ή τον απόηχο του πρώιμου σοκ που έδωσαν πριν από τόσα χρόνια το group των Τuxedomoon στο πέρασμά τους, πριν αυτονομηθεί στα εξ ων μελών συνετέθη. Η έτερη διάσταση αφορά το γλυκό περίτεχνο ύφος από όπου αναβλύζει μια γεύση που πολλοί έχουμε γευτεί σε μουσικές πολλών κινηματογραφικών έργων. Η δε σχέση του BOWIE με τον κινηματογράφο ήταν και παραμένει έντονη, τόσο ως μουσικού καταλυτικού συντελεστή, όσο και ως πρωταγωνιστή ακόμη και μπροστά από τα ηχεία και τις κάμερες. Πιθανόν αυτά τα συνοπτικά στοιχεία να σας βοηθήσουν στο να στρέψετε την προσοχή της ακρόασης και σε αυτή τη δουλειά του BOWIE, που αναφέρεται σε δημιουργήματα του της περιόδου 1977 - 1999. Δεκαέξι κομμάτια επεξεργασμένα, συν άλλα 3 που ουδέποτε και πουθενά ήταν προσβάσιμα (all saints, abdulmajid, crystal Japan).
Κυριάκος Σκορδάς |