|
|
|
|
ΓΙΑΤΙ ΣΚΟΤΩΣΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ
|
Το τριήμερο του Πάσχα είχε περάσει, η Πρωτομαγιά είχε περάσει και αυτό που είχε απομείνει ήταν δυστυχώς η επιστροφή σε μία Αθήνα όπου η ζωή δεν προμηνυόταν και ιδιαίτερα ευοίωνη. Παρόλα αυτά, είχα μία ανεξήγητα καλή ψυχολογία για άνθρωπο που επρόκειτο να ταξιδέψει βράδυ Κυριακής του Θωμά με το πλοίο από Ηράκλειο, Πειραιά. Ο καιρός ήταν φανταστικός, οι προηγούμενες μέρες είχαν βοηθήσει για την ανάταση του ηθικού μου και εξαιρουμένου του Μαΐου, στους επόμενους μήνες με σκεφτόμουν ήδη να αποτελώ το αντικείμενο θαυμασμού για τις ατέλειωτες ώρες τσουρουφλίσματος κάτω από τον καυτό ήλιο.
Και ενώ οι παραπάνω σκέψεις είχαν αρχίσει να παίρνουν επικίνδυνες διαστάσεις (ήμουν στο σημείο που με ανακάλυπτε ένας φοβερός και τρομερός κινηματογραφικός παραγωγός), μπήκα στο πλοίο όπου και μου κόπηκαν μαχαίρι. Η λέξη πανικός είναι η μόνη κατάλληλη για να περιγράψει την κατάσταση που επικρατούσε. Αφού κατάφερα με τα πολλά να βρω μια καρέκλα ελεύθερη, στρώθηκα, έβγαλα το βιβλιαράκι μου και ξεκίνησα τον μαραθώνιο των 8 ωρών ταξιδιού.
Το βιβλίο που είχα προνοήσει να πάρω μαζί μου ήταν το Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη της Αμάντας Μιχαλοπούλου (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2003), το οποίο διαπραγματευόταν την φιλία δύο κοριτσιών από το 1976 και μετά στην Αθήνα. Από την αρχή ήδη, ο τρόπος εξιστόρησης της συγγραφέος με απώθησε. Και αυτό γιατί θεωρώ i)αδύνατο ένα κοριτσάκι ούτε καλά καλά 12 χρονών να μπορεί να επιχειρηματολογεί και να υπεραμύνεται με τόσο πείσμα των αριστερών ιδεών της εποχής της μεταπολίτευσης και ii)ανεπίτρεπτο να εμφανίζεται ένα άλλο κοριτσάκι να παρασύρεται τόσο πολύ και τόσο καθολικά από το πρώτο σε σημείο μάλιστα να καθορίζεται η μετέπειτα ζωή του. Λίγος ρεαλισμός διάολε!!!
Το βιβλίο βεβαίως κυλάει ιδιαίτερα εύκολα μια και επικεντρώνεται στη σχέση των δύο κοριτσιών αντί να κάνει μια βαθύτερη (και πιο δύσκολη φυσικά) ανάλυση των συνθηκών που επικρατούν στα χρόνια που έχει επιλέξει η συγγραφέας να τοποθετήσει την ιστορία της. Και φυσικά οι περιγραφή και συνεπώς η κατανόηση των κοινωνικών σχέσεων είναι σαφώς πιο εύκολη από την περιγραφή και βεβαίως την εμπέδωση των πολιτικών σχέσεων που διέπουν μία κοινωνία. Επίσης, αυτές καθαυτές οι περιγραφές της σχέσης των δύο φιλενάδων είναι υπερβολικά μελοδραματικές για το γούστο μου.
Ως επιστέγασμα αναφέρω το τέλος, το οποίο κατά τη γνώμη μου είναι τραβηγμένο από τα μαλλιά προκειμένου το αναγνωστικό κοινό να ξεσπάσει σε κλάματα. Ακούγομαι ιδιαίτερα αυστηρή, ε; Βεβαίως και δεν αποτρέπω κανέναν από το να το διαβάσει, πάντως εμένα μου άφησε μία ξινή γεύση, η οποία επιδεινώθηκε ομολογουμένως και με το που έδεσε το καράβι στον Πειραιά…
Δέσποινα Καβουσανάκη
Εξωτερικός Συνεργάτης |