Πάντα θεωρούσα το πιάνο ως το αγαπημένο μου όργανο και το βράδυ της Πέμπτης 11 Σεπτεμβρίου χωρίς ακριβώς να καταλάβω πως, ένιωσα ακόμα πιο βέβαιος για την προτίμησή μου αυτή. Ο χώρος στη Μονή Λαζαριστών , το κοινό που έκανε απόλυτη ησυχία δείχνοντας το σεβασμό του προς τον καλλιτέχνη, το αεράκι που φύσαγε και φυσικά ο ίδιος ο Wim - που έδειξε και αυτός το σεβασμό του προς εμάς με τις συνεχείς υποκλήσεις του – συνετέλεσαν στη μετατροπή την νύχτας εκείνης σε κάτι πέρα από τις συνηθισμένες φόρμες διασκέδαση ή έστω ψυχαγωγίας.
Νομίζω ότι οι σκέψεις όλων εκεί μέσα ταξιδεύανε περισσότερο και από τα αεροπλάνα, που μας ενοχλούσανε που και που με το θόρυβο τους. Όσον αφορά την ηρεμία του συναισθηματικού μας κόσμου, δεν υπάρχει πιο επικίνδυνος συνδυασμός από φωνή και πιάνο για να αναταράξει τα πάντα. Μπορεί να μην κατάλαβα λέξη από τα βέλγικα (νομίζω ήτανε) του Wim , όταν όμως τα πυκνά φόρτε του πιάνου αραιώνανε και μένανε λίγες νότες να διαδέχονται απαλά η μία την άλλη, αντιλαμβανόσουνα την μουσική αυτή ακολουθία σε ψυχοσωματικό βαθμό.
Χωρίς εφφέ και φανφάρες, η αίσθηση των γυμνών τραγουδιών και της υψίτονης φωνής του Wim να απλώνεται μέσα στον αέρα έκανε το χρόνο να συστέλεται, υποβίβασε κάποιες λειτουργίες μέσα στον οργανισμό μου και κράτησε σε ενγρήγορση κάποιες άλλες. Εκείνες που σκαλίζουν τη μνήμη και πετάνε εικόνες ακατάστατα εδώ και κει, θολώνοντας την αντίληψη του χώρου και του χρόνου γύρω μου. Τι άλλο να πω, ο Wim Mertens είναι κάτι σαν τον Doctor Who σ’αυτά. Λιτός, λειτουργικός και λίγο περίεργος, ξεκινάει ήρεμα αλλά ούτε που φαντάζεσαι που θα σε παει.
Γιώργος Γoργογέτας |