Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

Devendra Banhart - O σύγχρονος ανατρεπτικός μουσικός ήρωας

29/9/2004

A COMPANION TO DEVENDRA BANHART

O Devendra Banhart έγραψε το πρώτο του τραγούδι όταν ήταν εννέα χρονών. Αυτός τραγουδούσε κι ένας φίλος του χτυπούσε δυο ξυλάκια πάνω σε πήλινες γλάστρες για να τον συνοδέψει, ενώ το τραγούδι είχε τίτλο «We’re all going to die»! Όταν είσαι μαθητής της τρίτης δημοτικού και γράφεις ένα τραγούδι για τις πλαστικές εγχειρήσεις και στίχους για το πώς πρόκειται να πεθάνουμε όλοι πάνω σ’ ένα χειρουργικό κρεβάτι κάνοντας πλαστική [!], όταν μεγαλώνεις γίνεσαι…ο Devendra Banhart!

Η ιδιόμορφη ψυχοσύνθεση αυτού του παιδιού, που γεννήθηκε το Μάιο του 1981 στο Τέξας, άρχισε να διαμορφώνεται από πολύ νωρίς. Όταν ήταν δυο χρονών οι γονείς του χώρισαν κι η μάνα του τον άρπαξε και τον πήγε στο Καράκας της Βενεζουέλας όπου και μεγάλωσε. Δίπλα στη γιαγιά του. [Πριν χωρίσουν οι γονείς του, πρόλαβαν να ασπαστούν μια ινδική μυστηριακή θρησκεία, εξ ου και το Banhart!].

Όλα στο Καράκας ήταν χάλια, εκτός απ’ τη γιαγιά. Η οποία –όπως αφηγείται ο ίδιος- τον πότιζε ουίσκι και τον πλήρωνε να της πιάνει τους λοβούς των αυτιών! [Τα φυσιολογικά που κάνουν όλες οι γιαγιάδες δηλαδή]. Αν η μάνα του μπαινόβγαινε στα τρελοκομεία θα θύμιζε πολύ τον ήρωα του Tarnation. H μάνα του Banhart, όμως, προτιμούσε ν’ αλλάζει άντρες. Λίγα χρόνια αργότερα ξαναπαντρεύτηκε και στην εφηβεία του βρέθηκε στην Καλιφόρνια με πατριό, στο Encinal Canyon. Εκεί άρχισε να παίζει μουσική. Και ν’ ακούει το Unbelievable των EMF, Garth Brooks και…Milli Vanilli!

Κάποια στιγμή που ο πατριός του πήγε ταξίδι στο Λονδίνο του έφερε για δώρο ένα δίσκο του Nick Drake. Μάλλον-πιο σωστά- ένα δίσκο με τον Nick Drake στο εξώφυλλο. Μέσα στη θήκη είχε ένα CD των Radiohead! Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι αυτό το λάθος τον πείσμωσε και του άνοιξε νέους ορίζοντες, γιατί αμέσως άρχισε να ψάχνει και να ακούει μανιωδώς Nick Drake! Κι όταν στα 14 ακούς Nick Drake, όταν μεγαλώσεις γίνεσαι…ο Devendra Banhart!

Το 1998 μετακομίζει στο San Francisco και γράφεται-με υποτροφία- στο Art Institute της πόλης. Στο San Francisco, την ίδια εποχή, συγκατοικεί με ένα gay ζευγάρι που τους αποκαλεί Jerry Elvis και Bob The Crippled Comic [o πρώτος έκανε show υποδυόμενος τον Elvis, κι ο δεύτερος ήταν ότι λέει και το όνομά του, ένας τύπος χωρίς πόδια]. Η πρώτη του δημόσια εμφάνιση [σαν τραγουδιστής] γίνεται στο γάμο τους, όπου του ζητούν να τραγουδήσει το Love me tender και μια δική του διασκευή στο How Great Though Art. Στο γάμο του ήρθε κι η πρώτη επιφοίτηση κι αποφάσισε να συνεχίσει την «καριέρα» του ως μουσικός. Η δεύτερη επιφοίτηση του ήρθε λίγο καιρό αργότερα, στη διάρκεια ενός καυγά με τη φίλη του. Διαφωνούσαν για το Street Fighting Man των Rolling Stones, όταν αντιλήφθηκε ότι μπορούσε να γράφει τραγούδια για οτιδήποτε ήθελε, «ήταν σαν να είχα δυσκοιλιότητα και να έβαλα ένα υπόθετο», λέει! Οι στίχοι στο συγκεκριμένο τραγούδι που έγραψε για την περίσταση, έλεγαν : «There once was a man who really loved salt / so he tied his nose to the sea / And then God came down from his silver throne / And said, ‘Honey, that water ain’t free’.

Ανάλογα τραγούδια έγραφε από 12 χρονών. Πριν φύγει απ’ το San Francisco είχε έτοιμα δεκάδες. Επίσης δεν χρειάστηκε τρίτη επιφοίτηση. Τη μέρα που το συνειδητοποίησε ήταν ήδη τραγουδοποιός.

Παράτησε τη σχολή και μετακόμισε στο Παρίσι. Εκεί έπαιξε σε μικρά club ανοίγοντας τις εμφανίσεις ανεξάρτητων ροκ συγκροτημάτων κι άρχισε να ηχογραφεί τα τραγούδια που κουβαλούσε μέσα στο κεφάλι του -σε ένα δανεικό τετρακάναλο κάποιου φίλου και στο μαγνητόφωνο έναν τηλεφωνητή! Επιστρέφει στην Αμερική, στο Λος Άντζελες, σχηματίζει ένα συγκρότημα [τους Black Babies] που διαλύονται πολύ γρήγορα λόγω…πείνας! Μετακομίζει στη Νέα Υόρκη. Απένταρος, χωρίς σπίτι, χωρίς τηλέφωνο, βρίσκει προσωρινή στέγη σε ένα παλιό Salsa club, παράνομα, σε ένα δωμάτιο που ονομαζόταν Helter Skelter. Δεν είχε παράθυρα, δεν είχε αέρα, ήταν στοιχειωμένο, τρομακτικό. Σ’ αυτό το δωμάτιο βρήκε τα ημερολόγια ενός παιδιού που ήθελε να γίνει ηθοποιός. Είχε τινάξει τα μυαλά του λίγο πριν ο Devendra μετακομίσει στο δωμάτιό του και το σημάδι απ’ τη σφαίρα υπήρχε στον τοίχο! Ήρωές του έχουν γίνει πια ο Mississippi John Hurt, ο Mississippi Fred McDowell, οι Karen Dalton, Fred Neil, Vashti Bunyan.

Σε μια συναυλία στο Los Angeles τον ακούει η Siobhan Duffy –πρώην τραγουδίστρια των God is My Co-Pilot- κι ενθουσιάζεται. Αγοράζει μια κασέτα με τα τραγούδια του [για δυο δολάρια] και τη δίνει στον προσωπικό της φίλο Michael Gira, αρχηγό των θρυλικών Swans, ο οποίος ήταν ιδιοκτήτης της εταιρίας Young God Records. Ενθουσιάζεται κι αυτός και του κυκλοφορεί το πρώτο άλμπουμ το 2003. Ακριβώς την homemade κασέτα του, χωρίς καμιά επεξεργασία! Έχει για τίτλο ένα ολόκληρο κατεβατό, το ξεκίνημα πάντως ήταν Oh Me Oh My…, κι έτσι είναι πια γνωστό. [Ολόκληρος ο τίτλος είναι Oh me Oh my…the way the sun goes by the setting dogs are dreaming lovesongs of the Christmas spirit].

Όλα αυτά είναι ιστορία, αν δεν τα γνωρίζει όμως κάποιος είναι δύσκολο να μπει στο κλίμα του Devendra Banhart. Ο πρώτος δίσκος ήταν εντελώς πρωτόγονος. Ερασιτεχνικές ηχογραφήσεις με μια κιθάρα που όμως αρκούν για να αποκαλυφθεί η μοναδική φωνή του. Είναι η πιο χαρακτηριστική φωνή που έχει τραγουδιστής εδώ και πολλά χρόνια. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει, αν δεν τον ήξερε, ότι αυτός που τραγουδούσε σαν τσακισμένος [απ’ τα χρόνια και τις κακουχίες] bluesman ήταν μόνο 22 ετών! Ένας Beatnik περιπλανητής με συγκλονιστική bohemian folk και εξωφρενικούς στίχους. Με ένα βιμπράτο που θύμιζε Tiny Tim κι έναν συνδυασμό Tim Buckley και Mark Bolan, αλλά και κάτι μοναδικό, εντελώς δικό του. Συγκλονιστικό, ακόμα κι όταν τραγουδούσε ανόητους στίχους [My toes have my favourite feet!], ακόμα κι όταν τραγουδάει για καβούρια που γίνονται καβουρότουρτες και ανθρώπους που ζευγαρώνουν με γουρούνια! Διαθέτει ένα ιδιόρρυθμο χιούμορ που δεν το αντιλαμβάνεται κανείς αν δεν προσέξει τους στίχους του.

Και φτάνουμε στο δια ταύτα. Στο 2004, που είναι αναμφίβολα η χρονιά του. Απ’ την αρχή της χρονιάς έχει κυκλοφορήσει τρεις δίσκους, δύο προσωπικούς [Rejoining the Hands και Nino Rojo], έναν μαζί με τους Vetiver απ’ την Καλιφόρνια [και μέλη τους Andy Cabic, τον Banhart, την Hope Sandoval των Mazzy Star και Colm O’Ciosoig των My Bloody Valentine] συν τη συλλογή με επιλογές από αγαπημένους καλλιτέχνες του, με τίτλο The Golden Apples of The Sun.

Οι δυο προσωπικοί του δίσκοι ηχογραφήθηκαν σε ένα session στο σπίτι ενός φίλου [του ηχολήπτη Lynn Bridges] στην Ατλάντα, το στούντιό του είχε πλημμυρίσει και τα ηχογράφησαν στο καθιστικό του σπιτιού του! Μόλις τέλειωσε η ηχογράφηση [που χρειάστηκε 12 δεκάωρα διαδοχικών ημερών] επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, όπου έγινε το overdub. Μια ποικιλία μουσικών πρόσθεσε όργανα στα τραγούδια και o ήχος προέκυψε πιο επαγγελματικός και καθαρός απ’ το ντεμπούτο του, που ήταν γεμάτο φυσήματα και θορύβους περιβάλλοντος. Σε ένα τραγούδι μάλιστα του Rejoining the Sun, το ομώνυμο, κάνει φωνητικά η θρυλική Βρετανίδα τραγουδίστρια της φολκ Vashti Bunyan. «Είναι όμορφο, η φωνή της ακούγεται σαν φλάουτο, λέει ο Banhart, μπορείς να διακρίνεις ακόμα και το ξύλο απ’ την καρέκλα της που τρίζει! Τη γνωρίζω εδώ και πολύ καιρό. Αυτή είναι ο λόγος που παίζω live. Της έστειλα τη μουσική μου πριν παίξω μπροστά σε ανθρώπους και αυτή είπε ‘Να το κάνεις!’ Αυτή είναι ο άνθρωπος που θαυμάζω πιο πολύ, έτσι ήταν πραγματικά συγκινητικό να προκύψει κάτι που της αρέσει».

«Ο πρώτος δίσκος απ’ τους δύο, το Rejoining, είναι πιο πολύ σαν μια ταινία με προσεγμένο σενάριο. Αντιπροσωπεύει τη Μητέρα, τη Χρυσή Αυτοκράτειρα, η οποία είναι ο Ήλιος. Το Nino Rojo είναι η συνέχεια του μύθου του Ήλιου. Σημαίνει Κόκκινος Ήλιος. Επίσης σημαίνει Κόκκινος Γιος. Ο γιος είναι πιο ενθουσιασμένος απ τη μητέρα, έτσι οι στίχοι είναι πιο ‘πλουσιοπάροχοι’. To Rejoicing είναι κυρίως προσεκτική παρατήρηση, ακουστικά είναι πιο ήρεμο, ενώ το Nino Rojo είναι για ένα παιδί που ξεκινάει να βιώνει τον κόσμο και έχει μεγαλύτερη ποικιλία από όργανα στα τραγούδια του».

Και οι δύο δίσκοι είναι εξαιρετικοί. Αυτό που κατορθώνει όμως ο Banhart είναι ακόμα πιο σπουδαίο: Να στηρίζει τον ήχο του σε παραδοσιακές Αμερικάνικες blues και folk φόρμες, καθώς επίσης και στη Βρετανική ακουστική folk των Fairport Convention, του Bert Jansch και της αγαπημένης του Vashti Bunyan, αλλά εν τέλει ν’ ακούγεται εντελώς προσωπικός. Και καθόλου παλιομοδίτικος. Γι’ αυτό τον υποδέχτηκαν όλοι σαν μεσσία της ροκ φέτος που τον ανακάλυψαν. Απλά, γιατί είναι. Και τα βιώματα έχει και το ταλέντο και το πιο σημαντικό: αυτό το κάτι που το είχαν όλες οι μεγάλες φυσιογνωμίες της ροκ. Απ’ τον Jim Morrison ως τον Morrissey και τον Curt Cobain. Κι είναι μόνο 23 χρονών.

Tα Rejoining the hands και Nino Rojo είναι δυο δίσκοι που σου αλλάζουν τη ζωή. Κι αν όχι τη ζωή, τον τρόπο που τη βλέπεις. Θα μπορούσα να γράψω πάρα πολλά. Ας ασχοληθούν όμως άλλοι μαζί τους ακαδημαϊκά. Σημασία έχει ότι είναι δυο δίσκοι συγκλονιστικοί μέσα στην απλότητά τους, για μικρά καθημερινά πράγματα και για τους νέους στην καρδιά. Θέλεις ομορφιά; Αλήθεια; Είναι εδώ διάσπαρτες στα 32 τραγούδια που τους αποτελούν. Κι όσο τους ακούς ανακαλύπτεις όλο και περισσότερα.

Σε μια εποχή που υπάρχει τέτοια υπερπροσφορά μουσικής και ο οποιοσδήποτε διαθέτει internet μπορεί να κατεβάσει δεκάδες άλμπουμ την εβδομάδα, που θα ακούσει μια φορά και θα τα πετάξει σε ένα σωρό με CD, όταν ανακαλύπτεις κάποιον που σε αναγκάζει να του δώσεις δεύτερη ευκαιρία είναι από μόνο του γεγονός. Δεν χρειάζεται πολυεθνική να τον στηρίξει, το μυστικό διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, είναι αδύνατον να περάσει απαρατήρητος. Έλαμψε σαν διαμάντι. Στην πρώτη περιοδεία του -που συνεχίζεται- γίνεται πανζουρλισμός. Ο μύθος του χτίζεται και μεγαλώνει.

Όταν ένα παιδί στα εννιά του συνειδητοποιεί ότι «We are all going to die», όταν μεγαλώνει γίνεται ο Devendra Banhart.

Στο μανιφέστο του «A Sight to Behold» τραγουδάει: «It’s a time to behold / when you’ ve got some old words to mould / and you can make them yours». Τραγουδάει και για little sparrows διασκευάζοντας υπέροχα Ella Jenkins, και καθαρή ποίηση στο Owl Eyes [«Semilla / Owl Eyes unwinding / Asia / All your little diamonds, all your little diamonds»].

O Banhart ζει πια σε κανονικό διαμέρισμα στη Νέα Υόρκη, η φίλη του είναι η μία απ’ τις δύο Cocorosie [η Bianca Cassady] κι πριν λίγο καιρό σκόπευε να μετακομίσει στη νότια Γαλλία να ζήσει μαζί της. «Η μητέρα της είναι ταυρομάχος», λέει, «και ζει στην ίδια περιοχή με τους Gypsy Kings. Έτσι θα είχε πλάκα να μάθω flamenco και να παίζω την ώρα που η μητέρα της φίλης μου αγωνίζεται με τον ταύρο»…

Devendra Banhart

Rejoicing the hands, [Young God Μάρτιος 2004]

Nino Rojo, [Young God, Σεπτέμβριος 2004].

Τάσος m.hulot

Special
CHECK IN #29
Checkin’in #28
RUINOLOGY #01
CHECK IN #27
Checkin’in #26
Checkin’in #25
CHECK IN #24
CHECK IN #23
CHECK IN #22
CHECK IN #21