Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

PUSH THE BUTTON

THE CHEMICAL BROTHERS

Virgin

28/1/2005

Οι Chemical Brothers υπήρξαν ένα κορυφαίο χορευτικό συγκρότημα, αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Όταν έγινε το μπουμ στην Αγγλική dance σκηνή της προηγούμενης δεκαετίας ήταν απ’ τα συγκροτήματα που έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης, τόσο μεγάλης, που στα φωνητικά των κομματιών τους ευτύχησαν να έχουν την αφρόκρεμα των ονομάτων εκείνης της εποχής, κι όχι μόνο απ’ τη Βρετανία. Στα τέσσερα προηγούμενα άλμπουμ τους παρέλασαν από Beth Orton και Tim Burgess μέχρι τους Jonathan Donahue, Bernard Sumner, Hope Sandoval, Bobbie Gillespie, Noel Gallagher, Richard Ashcroft. Αυτό και μόνο το γεγονός έδινε κύρος στη μουσική τους. Μπορεί μερικοί από τους συγκεκριμένους να χάρισαν τα φωνητικά τους και σε άλλα χορευτικά projects, οι Chemicals δεν υπήρξαν και πρωτοπόροι, [το είχαν επιχειρήσει πολύ πιο νωρίς οι 808 State με την Bjork και τον Bernard Sumner] ήταν απ’ τους πρώτους που κατάφεραν να γνωρίσουν τέτοια επιτυχία, πάντως, κι αυτό το «πάντρεμα» έγινε τάση από τότε και στο εξής. Αυτές οι συνεργασίες άφησαν μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα τραγούδια της προηγούμενης δεκαετίας, κι αυτό αναμφισβήτητο.

Ακούγοντας το νέο άλμπουμ τους όμως δεν ξέρω, πραγματικά, πώς να αισθανθώ.

Την πρώτη φορά που τον άκουσα απογοητεύτηκα. Κι όσο τα κομμάτια κυλούσαν απογοητευόμουν όλο και πιο πολύ. Αναμασήματα του παρελθόντος, σερβιρισμένα σε νέο περιτύλιγμα, μου φάνηκε σα να μάζεψαν τα remix που είχαν κάνει σε άλλους καλλιτέχνες όλα αυτά τα χρόνια και να έφτιαξαν ένα άλμπουμ. Ακόμα και remix σε παλιότερα κομμάτια τους. Αδικαιολόγητο για ένα συγκρότημα του δικού τους «διαμετρήματος». Δεν άκουσα τίποτα το ξεχωριστό, τίποτα που να μην είχα ξανακούσει απ’ αυτούς, τίποτα που να θέλω να ξανακούσω. Απ’ την πρώτη ακρόαση μου έμεινε μόνο μια αίσθηση αδιαφορίας. Γιατί το Push the Button δεν είναι κακός δίσκος. Δεν γίνεται να είναι κακός δίσκος όταν έχουν στη διάθεσή τους τα πάντα:τη βοήθεια της τεχνολογίας κι ένα σωρό σημαντικά ονόματα να τους σιγοντάρουν:απ’ τον Tim Burgess και τον Q-Tip μέχρι τον Kele Okerele των Bloc Party και την Anne Lynn των Trespassers. Και δεν είναι μόνο αυτοί, σε κάθε τραγούδι σχεδόν υπάρχει και μια συμμετοχή με κύρος που ενδυναμώνει το τελικό αποτέλεσμα. Όλα όμως είναι προβλέψιμα και προφανή.

Δεν θα είχα ασχοληθεί περισσότερο μαζί τους αν δεν είχα διαβάσει μια διθυραμβική παρουσίαση σε ελληνικό έντυπο, που ούτε λίγο ούτε πολύ θεωρούσε το Push the Button την έκπληξη της χρονιάς. [Ποιας χρονιάς; Του 2005!;]

Και ξανάκουσα το άλμπουμ, ολόκληρο και προσεκτικά. Με πολύ καλή διάθεση, για να διαπιστώσω μήπως κάτι δεν πήγε καλά στην πρώτη ακρόαση.

Το μόνο που πρέπει να ομολογήσω είναι πως δεν έχει σχέση με το τελευταίο ναυάγιο των Prodigy ούτε με το αδιάφορο άλμπουμ του Fat Boy Slim, το Push the Button είναι ένας συμπαθητικός δίσκος. Που ακούγεται ευχάριστα κι έχει μερικά radio-friendly τραγουδάκια. Έχει όμως και μερικές θρασύτατες κλοπές που κανείς δεν αναφέρει. Το εντυπωσιακό Believe είναι μια αντιγραφή του Open Up των Leftfield με τον Okerele να προσπαθεί να μιμηθεί τον Lydon, το πρώτο single Galvanize δεν είναι παρά το Bug Power Dust του Bomb the Bass [το οποίο οι ίδιοι είχαν κάνει remix σαν Dust Brothers τότε] με την προσθήκη ενός οριεντάλ sample, ενώ το τραγούδι που ξεχωρίζει σαν καλύτερο του δίσκου, το Shake Break Bounce, το έχουν σε πιο γρήγορα beats οι Prodigy στο Music for the Jilted Generation. Θυμάται κανείς το Break & Enter; Ακόμα και το sample του γυαλιού που σπάει έχουν οικειοποιηθεί!

Είναι 2005, και ο Rowlands και ο Simons έχουν γίνει 30-κάτι, χάνουν τα μαλλιά τους, έζησαν την πρόσφατη κρίση της χορευτικής μουσικής [που δεν είναι πια κινητήρια δύναμη όπως πριν από μερικά χρόνια] κι εξακολουθούν να κάνουν ότι έκαναν και στο ξεκίνημά τους. Απαράλλαχτα.

Απ’ τη μια πλευρά είναι ρίσκο μετά τις αποτυχίες των άλλων big beat ονομάτων και τους αξίζουν συγχαρητήρια γιατί βγήκαν απ’ την κρίση σχεδόν αλώβητοι- με ένα δίσκο που όπως φαίνεται περνάει στον κόσμο και θα γνωρίσει επιτυχία. Το ζητούμενο είναι αν αξίζει ν’ ασχολείται κανείς μ’ ένα συγκρότημα που μένει στάσιμο στα ίδια που έκανε το 1992 και δεν τολμάει να κάνει ένα βήμα μπροστά, δυστυχώς φαίνεται ότι μόνο γι’ αυτό είναι ικανοί. Όσο καλός κι αν είσαι δεν είναι δυνατό να επαναλαμβάνεσαι για πέντε άλμπουμ. Οι εποχές αλλάζουν, οι ήχοι εξελίσσονται, οι δημιουργοί προσπαθούν να φτιάξουν κάτι πρωτοποριακό. Ή έστω κάτι αλλιώτικο. Τα κατάφεραν να ξεφύγουν απ’ την κατάρα των άλλων big beat ονομάτων που δεν έχουν πια λόγο ύπαρξης, δεν κατάφεραν όμως να ξεφύγουν απ’ τον mainstream [πια] dance ήχο τους που έχει καταντήσει πληκτικός. Κι οι LCD Soundsystem έχουν κλέψει ασύστολα ήχους, αλλά το αποτέλεσμα δεν φαίνεται καθόλου «αρπαχτή». Μάλλον έχει τελικά σημασία σε τι είδους κοινό απευθύνεσαι. Και πόσα λεφτά περιμένεις να βγάλεις απ’ το δημιούργημά σου.

Αν ο δίσκος των Chemical Brothers είναι απ’ τους καλύτερους της χρονιάς, τι πρέπει να πει κανείς για το νέο του Laurent Garnier που τόλμησε να κάνει τέτοια στροφή και να μεγαλώσει [επιτέλους] μαζί με το κοινό που τον παρακολουθεί; Κάτι που οι Chemical Brothers δεν ήταν ικανοί να κάνουν. Δυστυχώς…

Έχω ακούσει το δίσκο αρκετές φορές πια. Τον έχω ακούσει όχι γιατί είναι απ’ τους δίσκους που θα επέλεγα να ξανακούσω, αλλά γιατί δεν θέλω να είμαι άδικος μαζί τους. Το Galvanize είναι τεράστια επιτυχία, ο δίσκος είναι έτσι φτιαγμένος που θα σαρώσει, τι μπορεί να του κάνει μια χλιαρή παρουσίαση; Εύχομαι μόνο το επόμενο βήμα των Chemical Brothers να είναι προς τα μπρος και όχι προς τα πίσω. Είναι κρίμα να βλέπεις ονόματα που συμπαθούσες να αποβλέπουν μόνο στην επιτυχία στα charts. Είναι σα να προσπαθείς να καλύψεις την καράφλα σου με περουκίνι…

Τάσος m.hulot

Foreign Office
THE FOOL
WARPAINT
SONGS FOR THE RAVENS
SEA OF BEES
KING SPARROW
KING SPARROW
THE DARK
THE THIRD EYE FOUNDATION
PERSONAL JESUS
NINA HAGEN
PHOSPHENE DREAM
THE BLACK ANGELS
DOWN THE WAY
ANGUS & JULIA STONE
WAKE UP THE NATION
PAUL WELLER
LOSING SLEEP
EDWYN COLLINS
AS I CALL YOU DOWN
FISTFUL OF MERCY