|
|
|
|
HIGH
|
Xμμ…υποθέτω ότι τη φράση “ιδιαίτερο group” θα την έχετε διαβάσει εκατοντάδες φορές σε παρουσιάσεις δίσκων και ως εκ τούτου βαρεθεί. Αν όμως δεν είναι ιδιαίτερο group οι Blue Nile με είκοσι χρόνια παρουσίας και μόλις 4 δίσκους ε, τότε οι λέξεις έχουν χάσει τελείως το νόημα τους και εγώ σκίζω αυτή τη στιγμή όλα μου τα διπλώματα δισκοκριτικής που κρέμονται στον τοίχο.
Οι Βlue Nile πρωτοεμφανίστηκαν το 1984 με το album “A Walk Across The Rooftops” και η σύνθεσή τους παραμένει σταθερή όλα αυτά τα χρόνια. Αλήθεια πόσα είναι τα συγκροτήματα τέτοιου μεγέθους που κυκλοφορούν album κάθε 5-6 χρόνια και καταφέρνουν να συντηρούν το ενδιαφέρον των φίλων τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπαίνουν στο βρετανικού ΤΟP10; Kαι να πει κανείς ότι έχουν από πίσω τους κανένα τρελό hype… Eπομένως κάτι πρέπει να συμβαίνει με αυτούς τους τύπους δε συμφωνείτε; Φαντάζουν στα μάτια των περισσοτέρων σαν τρεις μυστηριώδεις και τελειομανείς μουσικοί που χάνονται στο studio για μισή ντουζίνα χρόνια ώστε να πετύχουν ακριβώς αυτό που θέλουν. Ή μήπως από την άλλη όλα αυτά είναι παραμύθια και πρόκειται για θέμα τεμπελιάς; Τι σημασία έχει στην τελική; Aν βγάζουν δίσκους σαν το “High” το ενδιαφέρον εστιάζεται στη μουσική και όλα τα άλλα πάνε περίπατο.
Είναι Σάββατο απόγευμα τώρα που, ξανακούγοντας το “High”, γράφω αυτό το κείμενο, την επομένη μιας ευχάριστης αλλά πολύ κουραστικής βραδιάς (δυστυχώς όχι για το λόγο που φαντάζεστε…). Oι βελούδινες συνθέσεις που συνοδεύουν τη φωνή του Paul Buchanan είναι το καλύτερο βάλσαμο για το βουητό στα αυτιά μου. Μελαγχολική soul pop για βροχερές νύχτες και ταξίδια. Η αγάπη ,το πέρασμα του χρόνου, οι πολύτιμες στιγμές,
Μουσική που στέκει με στυλ και ανωτερότητα πάνω από trends και εξώφυλλα.
Αυτό που πρέπει να τονίσω είναι ότι το “High” είναι ένα πολύ καλό ALBUM. Πράγμα που σημαίνει ότι βάζεις το cd στο μηχάνημα κάθεσαι κάπου αναπαυτικά και το αφήνεις να παίζει από την αρχή ως το τέλος ρουφώντας κάθε στιγμή του.. Αν βρέχει κιόλας έξω, να είστε σίγουροι ότι μιλάμε για πραγματική απόλαυση…
Mινιμαλιστικοί ρυθμοί στα synths, μία ακουστική κιθάρα και η blue-eyed soul φωνή του Paul αρκούν για να αγγίξουν κάτι πολύ δύσκολο, την ομορφιά της απλότητας, που αναδύεται μέσα από χιλιάδες συναισθήματα και εμπειρίες. Paul, Robert, Paul τα ξαναλέμε το 2010 μάλλον!
Βασίλης Σίντος |