Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

WIND IN THE WIRES

PATRICK WOLF

TOMLAB

17/2/2005

LONE WOLF HOWL…

PATRICK WOLF

«WIND IN THE WIRES »

[TOMLAB - 2005]

Λύκε-Λύκε είσαι εδώ;

Για όσους έχουν αυτιά: Ο Patrick Wolf είναι μόλις 22 ετών. Παίρνει το όνομα του κατ’ εμέ από ένα κόμικ με τίτλο Patrick the Wolf Boy ή κατά τα λεγόμενα του από ένα μέντιουμ που βρήκε τυχαία σε ένα νεκροταφείο στο Παρίσι καθώς έψαχνε τον τάφο του Μπερλιόζ. Το « Wind In The Wires » αποτελεί τη δεύτερη προσωπική του δουλειά. Μετά από ένα χρόνο προσωπικής αναζήτησης και απόστασης από το πρώτο του πόνημα « Lycanthropy » (2003), ο Patrick επιστρέφει τόσο μουσικά όσο και ψυχοπνευματικά ώριμος όσο κανείς δεν φανταζόταν, σαν μεστός καρπός που γυαλίζει την άνοιξη.

Μουσικά, πόσο πιο ώριμος μπορεί να γίνει κάποιος που στα 6 του ξεκίνησε βιολί και ταξίδεψε όλη την Ευρώπη σαν τσιγγάνος με μια ορχήστρα; Στα 11 ξεκίνησε να γράφει μεταμεσονύκτια τραγούδια για τα σχολικά του ντέρτια σε ένα κλεμμένο τετρακάναλο με μια βιόλα και ένα theramin. Στα 12 εμφανίστηκε με το ποπ σχήμα Minty στο Μουσείο Επιστήμης του Λονδίνου. Στα 15 έμαθε άρπα και hapsichord; Στα 16 άκουγε Joni Mitchell και Μeredith Monk. Στα 17 αγόρασε το πρώτο του δώρο: Ένα ακορντεόν από ένα παλιατζίδικο στην Κορνουάλη. Στα 18 παρακολούθησε μαθήματα σύνθεσης στο Trinity College.

Ψυχικοπνευματικά, ωστόσο ο Patrick μετουσιώθηκε από σχολιαρόπαιδο σε άντρα ή ενήλικο λύκο σύμφωνα με το “Lycanthropy”. Αν και γεννημένος το 1983, Η βιογραφία του έχει μεγάλο ενδιαφέρον και οι εμπειρίες του είναι εφόδια που αποτυπώνονται με μεγάλη ακρίβεια στο νέο του άλμπουμ.

Όλα ξεκινούν όταν στα 15 παρατάει το σπίτι του στο Νότιο Λονδίνο με ένα όνειρο στη γροθιά του. Κάνει ένα χρόνο να ανταλλάξει κουβέντα με τους γονείς και την αδερφή του. Μπήκε σε ένα τρένο και έφυγε για το Richmond. Εκεί έμεινε σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι. Περιπλανήθηκε, γύρισε εδώ και εκεί στην Αγγλική επαρχία χωρίς να έχει εξασφαλισμένα τα απαραίτητα. Κοιμήθηκε δίπλα σε άλογα και πρόβατα. Επέστρεψε στο Λονδίνο στα 16 και έπαιξε σε κλαμπ της συμφοράς. Χόρεψε σαν αυτιστικό, παρεξηγήθηκε, διώχτηκε, γεύτηκε την πικρή γεύση της ασφάλτου καθώς τον κλώτσησαν έξω. Κάποια στιγμή στα 17, εκεί που πήγε να χάσει το θάρρος του, βυθισμένος στις φανταστικές ιστορίες της Angela Carter, κέρδισε την προσοχή της Fat Cat που τον λυπήθηκε και του ’δωσε ένα Atari και ένα μίκτη να ηχογραφήσει. Έφτιαξε την punk-pop μπάντα Maison Crimineaux και ταξίδεψε με όλο το αληταριό στο Παρίσι για να παίξει δίχως όργανα παρά με ένα κασετόφωνο παραμάσχαλα. Η φωνή του όμως άρεσε στον Capitol K που τον πλησίασε μόνο του και του ζήτησε δείγμα προσωπικής δουλειάς. Έτσι ήρθε σιγά-σιγά και το συμβόλαιο από το νέο label του ιδίου, Faith and Industry. Με τα πρώτα λεφτά ο φίλος μας αγόρασε laptop, πρακτικό εργαλείο για κάθε μουσικό που θέλει να ηχογραφήσει τα μεσάνυχτα σε δάση και ραχούλες, κατά τα λεγόμενα του. Έτσι ξεκίνησε ο μύθος για ένα παιδί που στα 12 του ισχυριζόταν πως ένιωθε 40 χρονών.

Η αναγνώριση ήταν αναμενόμενη στους μικρούς μουσικούς κύκλους που ζουν με την ψυχοπάθεια / σύνδρομο του διαδόχου του μακαρίτη Jeff Buckley κάθε φορά που αντιλαμβάνονται την ύπαρξη ενός νέου τροβαδούρου. Πέρα από το μυθιστορηματικό βίος του τότε 20 χρόνου, τα έντυπα βρήκαν μια φωνή που τόσο φυσικά θύμιζε την ξεχασμένη φωνή του David Sylvian. Παράλληλα η αμφίεση του Patrick, σε κάνει να θέλεις να τον γνωρίσεις καλύτερα. Δεν κρύβω πως αυτή ήταν και η πρώτη μου επαφή το 2003 με τον κύριο Λύκο όταν είδα στο ντεμπούτο του ένα ξανθομπούμπουρα να ποζάρει βερμουδάτος και αμέριμνος με μια τσάντα ταχυδρομική και μια ρόδα χούλα-χουπ στο χέρι. Παρόλο που δεν είναι μέσα στη μόδα (ο ίδιος δεν κολλάει να πει σε δημοσιογράφο πως τίποτα από ό,τι φοράω κάνει πάνω από 5 λίρες) υιοθετεί το γνωστό: είναι της μόδας να είσαι εκτός μόδας. Έτσι φοράει το γελεκάκι του, το κόκκινο ¾ παντελονάκι και τις καρό ψηλές κάλτσες και φωτογραφίζεται σαν πρόσκοπος στo ΝΜΕ που τον αποκαλεί Ziggy Stardust. Είναι το στυλ, η φωνή και η εμπειρία που τον καθιστούν ήρωα του εαυτού του. Αυτό είναι εμφανές στο «Wind In The Wires» που αντικατοπτρίζει τη μετάβαση του Patrick από το τίποτα στο όλα.

Το ‘ Libertine ’ που ανοίγει το άλμπουμ παραπέμπει στην απόλυτη ελευθερία του Patrick ως έφηβου, αλλά στην ουσία γράφτηκε με αφορμή την φυλάκιση ενός μέλους των Libertines. Το οξύμωρο είναι προφανές. Πως μπορεί ένας libertine να είναι σε κλουβί; Πιασιάρικο κομμάτι, τα στικ-άκια που κρατούν το ρυθμό φέρνουν στο μυαλό καλπασμό αλόγου και το ριφ στο βιολί σου κολλάει στο μυαλό και σε τσιμπάει για ώρες. Μόλις τελειώσει, ξέρεις πως είναι single, όπως και θα γίνει άλλωστε. Ήδη υπάρχει στο site του Patrick, link με το όμορφο κλιπάκι του.

Από εκεί και πέρα τα πράγματα είναι κάπως πιο δύσκολα, Το « Teignmouth » που ακολουθεί γράφτηκε πριν πέντε χρόνια στo τρένο με αφορμή την όπερα «Tristan & Isolde» του Wagner. Τριστάν σημαίνει γεννημένος από τη θλίψη και πρόκειται για ένα θλιμμένο τραγούδι που σκιαγραφεί το 17 έτος της ζωής του Patrick. Εδώ υπάρχει και ο κρίκος με το δωδέκατο τραγούδι του άλμπουμ που ονομάζεται «Tristan» και είναι μέσα στην τσαντίλα: η πρώτη φορά που ο δημιουργός παραδέχεται: «I am fucked» και η μόνη ξεκάθαρα ηλεκτρονική στιγμή του δίσκου.

Η επόμενη μεγάλη στιγμή του άλμπουμ έρχεται με το ομώνυμο κομμάτι του « Wind In The Wires ». Εδώ ο Wolf ακούγεται σαν αναγεννημένος Morrissey. Χωρίς να περιττολογώ ο καλλιτέχνης δικαιώνεται αποκτώντας το προσωπικό του ‘Every day is like Sunday’ και ο ακροατής ευφραίνεται. Το επόμενο που ξεχωρίζω είναι το ‘ this weather’ που φωσφορίζει με την επαναλαμβανόμενη μπότα, το ριφ στο βιολί και το πιάνο να ακούγονται τόσο οικεία μαζί με το ουρλιαχτό στο τέλος. Αυτό είναι Wolf λες αμέσως αν το ακούσεις σε άγνωστο περιβάλλον. Στα υπόλοιπα κομμάτια βρίσκει κανείς από μίνι interludes όπως το ‘ the shadow sea’ ως και γέφυρες που λειτουργούν σαν mood-settings στο « Αpparition » με την βιόλα να αυθαιρετεί και να θυμίζει επικίνδυνα την colleen στις ζωντανές εμφανίσεις της.

Οι συνθέσεις γενικά θυμίζουν πολύ τις ακουστικές στιγμές του “Lycanthropy” αλλά υπερέχουν σε συναίσθημα και λυρικότητα όπως υπερέχει το «Vauxhall and I» των άλλων δίσκων του κυρίου Morrissey. Όλες είναι άκρως αυτοβιογραφικές ξεκινώντας από τον περιπλανούμενο «gipsy king». Στη συνέχεια, συμπαθητικά πουλάκια μεσουρανούν («ghost song») και παγανιστικές μεσαιωνικές μελωδίες (‘the railway house’) στολίζουν μια countryside αισθητική. Αισθάνεσαι να σε διαπερνά η υγρασία της Αγγλικής υπαίθρου του Devon (‘Jacobs Ladder’). Μυρίζεις τον καπνό από τις γειτονικές καμινάδες και τσαλαβουτάς τις μπότες σου στη λάσπη. Διαβάζεις ένα αραχνιασμένο βιβλίο και βρίσκεις τη σκονισμένη φωτογραφία της σαν σελιδοδείκτη να κουρνιάζει στη μέση (‘Eulogy’). Χαμογελάς, κοιτάς ψηλά και ευχαριστείς το θεό για ότι έχεις και δεν έχεις, για τη γνώση και τη λησμονιά. Ξέρεις πως είσαι μέρος του σχεδίου. Μια ανώτερη δύναμη συνωμοτεί υπέρ σου και σου στέλνει φως άπλετο και ηλιαχτίδες να σε ζεστάνουν («landsend»). Ξαφνικά ένα μαύρο σύννεφο ξεπροβάλει, θα βρέξει.

Φοβάμαι πολύ για τον Patrick. Οι αποσκευές του ελάχιστες πια. Αναμένω να δω που θα τον βγάλει το νέο του ταξίδι αφού από τώρα μας έδωσε ένα εκρηκτικό ντεμπούτο και ένα τόσο ώριμο follow-up που θυμίζει 3ο, ακόμα και 4ο προσωπικό άλμπουμ μεγάλων φολκ καλλιτεχνών όπως oι Nick Drake, Tom Waits, Bert Janch. Ακόμα και το ‘blue’ όπως και το «hjeira» της αγαπημένης του Joni Mitchell ήρθαν πολύ αργότερα. Όπως και να ’χει, το «Wind In The Wires» είναι ένα αψεγάδιαστο δεύτερο άλμπουμ και πολύ πιθανά το αγαπημένο μου για τη χρονιά που μόλις μπήκε. Ένα ανοιχτό φαγωμένο βιβλίο που περιγράφει μια ζωή γεμάτη αντιφάσεις. Από τη φυγή στο γυρισμό της οικογενειακής θαλπωρής. Από την ανεμελιά στον επαγγελματισμό. Από την μποέμικη ζωή στο αγκυροβόλημα. Από τα Dance anthems στην αγνή folk.

Αουυυυυ!!!!

Θοδωρής Kappa

Foreign Office
HOUSE OF BALLOΟNS
THE WEEKND
Let England Shake
PJ Harvey
FROM THE STAIRWELL
THE KILIMANJARO DARKJAZZ ENSEMBLE
ANTHROPOMORPHIC
THE MOUNT FUJI DOOMJAZZ CORPORATION
SENTINELS OF HELIOSPHERE
SOLAR TEMPLE SUICIDES
THE FOOL
WARPAINT
SONGS FOR THE RAVENS
SEA OF BEES
KING SPARROW
KING SPARROW
THE DARK
THE THIRD EYE FOUNDATION
PERSONAL JESUS
NINA HAGEN