|
|
|
|
ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ
|
Ποιος θα το ‘λεγε ότι θα ερχόταν κάποια στιγμή η εποχή που οι εργασιακές συνθήκες θα ήταν απολύτως αβέβαιες, χωρίς μάλιστα, και εδώ είναι το ωραίο του πράγματος, καμία ελπίδα για βελτίωση της κατάστασης. Η ανεργία κάνει, έχει κάνει, θα κάνει αισθητή την παρουσία της στο μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού, το οποίο αντί να ξεσηκωθεί, κάθεται και επωάζει τα χρυσά αυγά των χοντρομπαλάδων (καμία δόση προσβολής στο κατά τα άλλα συμπαθέστατο κομμάτι των χοντρών συνανθρώπων μας) καπιταλιστών προκειμένου αυτοί να ζήσουν ακόμα καλύτερα. Και καλά, οι καπιταλιστές ακολουθούν τις επιταγές ενός πανέξυπνου συστήματος το οποίο έχει δομηθεί πάνω στα συμφέροντά τους, εμείς, το προλεταριάτο, και οι άλλοι οι μίκρο- και μέσο- αστοί, τι διάολο έχουμε πάθει και τους υπηρετούμε με σκυμμένο το κεφάλι, δεν μπορώ να καταλάβω. Αλλά βέβαια. Αν δεν γίνει αυτό, τότε η μέχρι τότε απειλή της ανεργίας αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά. Και ρε γαμώτο, πετυχαίνει πάντα το σκοπό της. Εμείς υποτασσόμαστε ακόμα περισσότερο και οι καπιταλιστές συνεχίζουν να συσσωρεύουν απίστευτο κέρδος. Εδώ σταματάω το παραπάνω λογύδριο μια και δεν είμαι ειδήμων των οικονομικών εν γένει-τι ειδήμων δηλαδή, μία δεν σκαμπάζω-, οπότε και θα παρακάμψω επιμελώς την προσπάθεια εξήγησης του φαινομένου της συσσώρευσης κεφαλαίου μέσω της μισθωτής σκλαβιάς και θα περάσω κατευθείαν στο θέμα για το οποίο μου έδωσε την αφορμή να εκφράσω την αγανάκτησή μου γι αυτό που αντιμετωπίζουμε συνολικά. Και αυτό δεν είναι άλλο από την καινούρια ταινία του Γαβρά με τίτλο Το Τσεκούρι και θέμα, τι άλλο, την ανεργία.
Καταρχήν η ταινία είναι φοβερά επίκαιρη και σαφώς απόλυτα σύγχρονη. Όσον αφορά στο πρώτο, τα είπαμε παραπάνω, να μην τα ξαναλέμε, όσον αφορά στο δεύτερο όμως, έχω να πω ότι αυτό διακρίνεται στο γεγονός ότι ο Γαβράς δεν έβαλε ως πρωταγωνιστή έναν εργάτη εργοστασίου που θα αποτελούσε ίσως θέμα για μία αντίστοιχη ταινία της δεκαετίας του 70 (βλ. Η εργατική τάξη πάει στον Παράδεισο) αλλά έναν ευκατάστατο μεσοαστό. Γιατί ναι μεν, η ανεργία μπορεί να ήταν τόσα χρόνια «προνόμιο» του προλεταριάτου, τώρα όμως έχει αρχίσει να επελαύνει και στην καθόλου συμπαθέστατη τάξη των ευκατάστατων μεσοαστών (να, ένα άλλο στοιχείο μετάλλαξης μετά στην κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, του αδηφάγου καπιταλισμού).
Ο Μπρουνό, ένας πλούσιος οικογενειάρχης με καλή δουλειά (ανώτατο διευθυντικό στέλεχος παρακαλώ, όχι παίζουμε) σε μία εταιρεία, δύο παιδιά (ένα αγόρι και ένα κορίτσι απαραιτήτως), μία όμορφη γυναίκα και ένα υπέροχο σπίτι σε κάποια προάστια, χάνει ξαφνικά τη δουλειά του. Μένει έτσι άνεργος για δύο χρόνια, οπότε και αναπτύσσει ένα φοβερό σχέδιο προκειμένου να βρει δουλειά. Αποφασίζει να σκοτώσει τους υποψήφιους για τη θέση που διεκδικεί και ο ίδιος οι οποίοι έχουν περισσότερα από αυτόν προσόντα. Το σχέδιο αρχίζει να υλοποιείται χωρίς επιπτώσεις και με άριστα αποτελέσματα. Προχωρώντας λοιπόν τον αγώνα του, και αφού έχει ήδη σκοτώσει και τα τέσσερα πιο ισχυρά χαρτιά, ο Μπρουνό αποφασίζει κάποια στιγμή να εξοντώσει και το αντίστοιχο διευθυντικό στέλεχος της εταιρείας στην οποία θέλει να προσληφθεί. Θα πιάσει το κόλπο ή η αστυνομία θα κάνει καλά τη δουλειά της (εδώ γελάμε) και θα τον ανακαλύψει;
Εκτός από το ότι ο Γαβράς γύρισε μία πολύ καλή ταινία πραγματευόμενος ένα θέμα ιδιαίτερα ευαίσθητο, δεν έχω τι άλλο να πω. Νομίζω ότι η παράθεση των παραπάνω σκέψεων με εξάντλησε οπότε σταματάω εδώ. Θα ήταν παράλειψη παρόλα αυτά να μην αναφέρω την πολύ καλή εμφάνιση του πρωταγωνιστή Χοσέ Γκαρσία και την ειρωνική ματιά του Γαβρά στο τέλος. Μην τη χάσετε.
Δέσποινα Καβουσανάκη |