|
|
|
|
MEDULA
|
Δεν είναι η πρώτη φορά που ξαφνιάζει η Bjork. Όταν είσαι καλλιτέχνης [με την κυριολεκτική έννοια της λέξης] του αναστήματος της Bjork είναι δύσκολο να προβλέπεις ποιο θα είναι το επόμενο βήμα σου, πόσο μάλλον όταν έχεις ήδη εξερευνήσει [και φτάσει στα άκρα] την δημιουργικότητά σου, τις γνώσεις σου, όταν έχεις πειραματιστεί με σχεδόν όλες τις μουσικές φόρμες της σύγχρονης electronica κι έχεις συνεργαστεί με την ελίτ των δημιουργών του είδους.
Όταν-με λίγα λόγια-έχεις φτάσει σε δημιουργική πληρότητα, όταν έχεις ξεπεράσει τα όρια των μουσικών κατηγοριών, όταν έχεις σκάψει βαθιά, στα τρίσβαθα της ψυχής σου και την έχεις κάνει τραγούδι. Όταν στέκεις πάνω απ’ τους περισσότερους σύγχρονους μουσικούς, αταξινόμητη και μοναδική. Όταν ο προηγούμενος δίσκος σου ήταν ένα αριστούργημα, όταν όλοι πίστεψαν ότι έχεις φτάσει στο απόγειο των δυνατοτήτων σου, πώς είναι δυνατόν να είναι προφανές το επόμενο βήμα σου;
“With a palm full of stars / I throw them on the table / until the desired constellation…”. Κάπως έτσι πρέπει να δούλεψε για το νέο άλμπουμ της, που με τόσο μεγάλο ενθουσιασμό έχω στα χέρα μου [και τον ακούω ασταμάτητα, έχω χάσει το λογαριασμό πόσες φορές!]. Το πιο φιλόδοξο και τολμηρό απ’ όλα τα μέχρι τώρα project της, όλες οι δουλειές της άλλωστε είναι projects, ποτέ δεν έφτιαξε απλά έναν δίσκο. Κι όχι φυσικά επειδή είναι εξ ολοκλήρου a cappella. Δεν είναι μόνο οι φωνές που κάνουν τη διαφορά.
Τα τραγούδια σαν συνθέσεις μπορεί να θυμίζουν κάτι από παλιότερες δουλειές της, μερικά τα έχει παίξει ήδη στην τελευταία περιοδεία της, δεν παύουν όμως να είναι ασυνήθιστα, έτσι κι αλλιώς τα τραγούδια της Bjork σπάνια ακολουθούν τις φόρμες των “παραδοσιακών” ποπ τραγουδιών.
Στο Medulla συνυπάρχουν συνθέσεις κλασσικής μουσικής, μεσαιωνικοί ύμνοι, μοντέρνα ποπ κομψοτεχνήματα, τραγούδια που μπορείς να λικνιστείς, ακόμα και drum’ n’ bass δυναμίτες, όλα συμπλέγματα των δυνατοτήτων της ανθρώπινης φωνής. Για την ακρίβεια, είναι ένα απίστευτο κολάζ ήχων απ’ τον Παράδεισο και την Κόλαση, οι Σειρήνες και οι βρυχηθμοί του Κέρβερου, η ανθρώπινη φωνή στην πιο ακραία έκφανσή της. Θυμίζει το πρωτοποριακό Stimmung του Stockhausen, μοιάζει σαν να το ανακάλυψε ξαφνικά και την ανάγκασε να διαγράψει οτιδήποτε είχε ηχογραφήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Η αλήθεια είναι ότι δεν σκόπευε να φτιάξει ένα δίσκο γυμνό από οποιοδήποτε όργανο, είχε ξεκινήσει να ετοιμάζει το δίσκο με την παλιά της ομάδα, τρία χρόνια τον ηχογραφούσε από Νέα Υόρκη και Ισλανδία μέχρι Βενετία, κάτι όμως της άλλαξε τα σχέδια. Το The Lake Experience έγινε Medulla [που στα λατινικά σημαίνει “νωτιαίος μυελός”, η βάση της ζωής, κι όχι “κολοκύθι”!] και τα strings και beats αντικαταστάθηκαν από ανθρώπινα beatbox, φωνές με ιδιαίτερες ικανότητες σαν του γιαπωνέζου Dokaka [ο οποίος μπορεί να μιμηθεί ολόκληρη ορχήστρα με τη φωνή του!], του Mike Patton [του πρώην τραγουδιστή των Faith No More] και του σπουδαίου Rahzel [απ’ τους Roots, πρώην κι αυτός] που δημιουργεί όλα τα βασικά beats. Συν τον Robert Wyatt, μια Inuit τραγουδίστρια λαρυγγισμών [την Tanya Tagaq Gillis] και μια 20μελή χορωδία απ’ την Ισλανδία.
Όλοι μαζί δημιουργούν τις φωνητικές συμφωνίες-και κακοφωνίες!-πάνω στις οποίες η Bjork “χτίζει” τα τραγούδια της. Η φωνή της κυριαρχεί, υπάρχουν ακόμα και μερικά σύντομα τραγούδια, σαν μικρά ιντερλούδια με σχεδόν γυμνή τη φωνή της, που ξαφνιάζουν με την απλότητά τους. Πρωτότυπο; Όχι, αυτό το κάνει σε κάθε άλμπουμ της, εδώ όμως αποκτούν άλλες διαστάσεις, είναι η σκέτη ανθρώπινη φωνή που μεγεθύνει το συναίσθημα και σε αναγκάζει να τα προσέξεις. Το Medulla είναι ένας δίσκος δύσκολος, ένας δίσκος μόνο για τους υποψιασμένους και τους εξοικειωμένους με τον ήχο της, ένας δίσκος που πιθανόν να διώξει ακόμα κι όσους είχαν απομείνει πιστοί με το Vespertine. Είναι ένας δίσκος για ξεκαθάρισμα. Όσοι αντέξουν τώρα θα είναι οι λίγοι κι οι εκλεκτοί, αυτοί που θα ήθελε για κοινό της και που εν τέλει απευθύνεται. Δεν θα της φέρει νέους θαυμαστές, δεν θα πουλήσει στις μάζες-αν και γι’ αυτό δεν μπορεί κανείς να είναι σίγουρος! Κι ας ξεπερνά κάθε προσδοκία το αποτέλεσμα.
Απ’ το πρώτο τραγούδι The Pleasure is all mine μπαίνεις στο κλίμα του δίσκου και παίρνεις ένα δείγμα του τι σε περιμένει! Μια μεγαλοπρεπής χορωδία σχεδόν βυζαντινών καταβολών με σουρεαλιστικούς βρυχηθμούς [σαν γέλιο σε ταινία τρόμου] και την Bjork να ξετυλίγει τις μελωδίες της [απ’ τις πιο όμορφες που έχει γράψει ποτέ]:“The pleasure is all mine / to get to be the generous one / is the strongest stance…”.
Το Show me forgiveness που ακολουθεί είναι το πρώτο ιντερλούδιο, μόνο η φωνή της, εύθραυστο και τρυφερό. Η μοναδική “συμβατική” a cappella στιγμή του δίσκου. Σαν προσευχή.
Εκεί που συνειδητοποιείς για πρώτη φορά ότι αυτός ο δίσκος είναι μοναδικός, ότι δεν μοιάζει σε τίποτα άλλο που έχεις ακούσει είναι το Where is the line?, όπου συμμετέχουν όλοι οι ξεχωριστοί καλεσμένοι της. Χρησιμοποιεί τις χαμηλές φωνές σαν ρυθμικό μέρος και το beatbox απ’ το στόμα του Rahzel για να φτιάξει ένα drum’ n’ bass κομμάτι, ενώ οι γυναικείες φωνές βγαίνουν δαιμονικές κι απειλητικές σαν Σειρήνες, ένας συνδυασμός από ήπιες μελωδίες και σκοτεινές φωνές τενόρων πάνω στο βαθύ μπάσο του Rahzel, που δίνει το ρυθμό. Ο Mike Patton το κάνει ν’ ακούγεται σαν τραγούδι από soundtrack για θρίλερ. Το Where is the line δεν είναι παρά μια προειδοποίηση για τον μικρότερο αδελφό της(!), όταν προσέχεις τους στίχους δεν πιστεύεις ότι όλο αυτό το συνονθύλευμα προέκυψε για να του πει απλά “παράτα με ήσυχη, φτάνει πια!”: Where is the line with you / my purse wide open / you ask again / I see you trying to / cash into accounts / everywhere…Σαν οι Radiohead να πετσοκόβουν το Bohemian Rhapsody!
Το Vokuro που ακολουθεί το τραγουδάει στα ισλανδικά. Βασισμένο στην σύνθεση για πιάνο της 80άχρονης Ισλανδής συνθέτριας Jorrun Vidar, προσαρμόστηκε απ’ την Bjork για την 20μελή χορωδία και θυμίζει βικτοριανά κάλαντα, περισσότερο 19ο αιώνα, παρά 21ο.
Το Oll Birtan το τραγουδάει στη δική της γλώσσα. Όχι στα ισλανδικά, στα gibberish, δηλαδή τραγουδάει ασυναρτησίες!”Πάντα ήθελα μια δικιά μου γλώσσα, λέει σε μια συνέντευξή της, ήμουν τόσο ντροπαλή που δεν τραγουδούσα σε κάποια συγκεκριμένη γλώσσα, αλλά στη δική μου ακαταλαβίστικη!”. Ιντερλούδιο κι αυτό, με επαναλαμβανόμενα φωνητικά, φωνές που εμφανίζονται η μία μέσα στην άλλη, μια “στερεοφωνική” επίδειξη, καθώς πολλά στιγμιότυπα απ’ τη φωνή της μετακινούνται και χτίζουν μια σύντομη γέφυρα για το καταπληκτικό Who is it.
Εδώ είναι δύσκολο να πιστέψεις ότι όλοι αυτοί οι ήχοι, τα εντελώς drum’ n’ bass διακοπτόμενα beats είναι δημιούργημα φωνών και μόνο. Απ’ τις καλύτερες στιγμές της, μια μελωδία που γίνεται εθιστική, κι ίσως η πιο εμπορική στιγμή του δίσκου. Ο Rahzel μεγαλουργεί. Φτιάχνει με τα χείλια του και τον αέρα απ’ το στόμα του post garage ρυθμούς κι η Bjork αποκαλύπτει ένα μοντέρνο ποπ αριστούργημα, βαδίζοντας στα χνάρια του Hyperballad.
Η συνέχεια ανήκει στη θάλασσα. Το Oceania που ακούστηκε και στην τελετή έναρξης βασίζεται σ’ ένα σποραδικό, κοφτό ρυθμό [κι εδώ μόνο φωνές], φωνητικά που εμφανίζονται και χάνονται ξαφνικά [εν μέρει αγγελικά κι άλλο τόσο δαιμόνια] και στίχοι του Ισλανδού ποιητή Σγιόν Σίγκουρντσον, “σαν μουσικό θέμα από φουτουριστική ταινία του Disney”! Το κρεσέντο με τις Σειρήνες είναι συγκλονιστικό.
Το Submarine με τη θαυμάσια φωνή του Robert Wyatt είναι απ’ τις κορυφαίες στιγμές του δίσκου. Το μπάσο μουρμουρητό του Mike Patton και τα φωνητικά του Wyatt δημιουργούν μια απόκοσμη ατμόσφαιρα και προετοιμάζουν το έδαφος για την φωνή της Bjork, που σε μια και μοναδική έξαρση δίνει την καλύτερη –ίσως- [φωνητικά] στιγμή της στο δίσκο! Είναι και το μόνο τραγούδι που θυμίζει τα doo woop συγκροτήματα των fifties με ανάλογες φωνητικές συγχορδίες. “Do it now, shakes us out of a heavy deep sleep, shake us now” εκλιπαρεί ο Robert Wyatt και δίνει τη σειρά του σε μια σπαραχτική Bjork που αναδύεται απ’ τα βάθη της θάλασσας.
Επιστροφή στην ξηρά. Στο Sonnets / Unrealities XI τραγουδάει στίχους του Ε.Ε.Cummings, ενώ στο Ancestors [ένα τρομακτικό, παγανιστικό κομμάτι] επιστρέφει στις ρίζες της ανθρώπινης ύπαρξης, πριν τον πολιτισμό, σε ένα πρωτόγονο σκοτεινό τραγούδι με συνοδεία πιάνου. Εδώ ο Mike Patton γρυλίζει, ακούγεται σαν το Golem που σφαδάζει, νομίζεις πως θ’ ακούσεις να φωνάζει “My precious”!
Το Mivikudags [Wednesday] είναι άλλο ένα ιντερλούδιο, παρόμοιο με το Oll Birtan, το ένα απ’ τα δυο τραγούδια που υπάρχει ηλεκτρονικό υπόβαθρο, το άλλο είναι το Desired Constellation. Ένα αγαπημένο, εσωστρεφές κομμάτι στα περσινά live της, που θα μπορούσε να υπήρχε και στο Vespertine, όπου ρωτάει τον εαυτό της “How am I going to make it right?”, ένα χαμηλών τόνων τραγούδι με τους Matmos να παίζουν με ηλεκτρονικούς ήχους στο background. “With a palm full of stars / I shake them like dice / repeatedly / I throw them on the table / until the desired constellation appears”…
Το Mouths Cradle ξεκινάει με ήχους απ’ το στόμα του Dokaka και διακεκομμένες, επαναλαμβανόμενες φωνές, μια αγγελική χορωδία που ακούγεται σαν εκκλησιαστικός ύμνος με ρυθμικό τέμπο και την Bjork να τραγουδάει: “This yet another one / that nurtures me / and always loves me / I’m gonna walk up these teeth / tooth by tooth / up this ladder / into the mouth’s cradle…”. Σπουδαίο.
Το δίσκο κλείνει το πιο εντυπωσιακό τραγούδι του project. To Triumph of a heart. Ένα groovy, χορευτικό κομμάτι (!) που θυμίζει Big Time Sensuality, αποκλειστικά φτιαγμένο με φωνές, μια επίδειξη των δεξιοτήτων όλων των συμμετεχόντων, απ’ το καταπληκτικό beatbox του Rahzel μέχρι τους ήχους που μιμούνται ο Patton κι ο Dokaka. Ένας funky δυναμίτης που κλείνει με τον καλύτερο τρόπο αυτό το σπουδαίο άλμπουμ.
Το Medulla είναι ο προσωπικός θρίαμβος της Bjork, ένα άλμπουμ πέρα από είδη και εποχές, ένα άλμπουμ που χρειάζεται πολλές ακροάσεις να σου αποκαλυφθεί κι επαληθεύει όλους αυτούς που πίστεψαν απ’ την αρχή ότι η Bjork είναι η πιο ασυνήθιστα ταλαντούχα και μοναδική σύγχρονη δημιουργός. Ίσως η πιο μοναδική.
Είμαι πολύ περίεργος ν’ ακούσω πού θα στραφεί στον επόμενο δίσκο της. Και πού θα φτάσει…
©_[m.hulot]_
Εξωτερικός Συνεργάτης |